ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ - Για μια αγωνιστική πορεία προς το Σοσιαλισμό Το πολιτικό περιεχόμενο του οπορτουνισμού είναι: συνεργασία των τάξεων, απάρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, παραίτηση από την επαναστατική δράση, προσκύνημα της αστικής νομιμότητας, έλλειψη εμπιστοσύνης προς το προλεταριάτο, εμπιστοσύνη προς την αστική τάξη.

ΛΕΝΙΝ






Η προσωρινή διεύθυνση και τα τηλέφωνα της ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ είναι: ΦΑΛΗΡΟΥ 77, ΚΟΥΚΑΚΙ, ΤΚ 117-41. Τηλ. 922.6511 και 932.1134





ΕΚΤΙΜΗΣΕIΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ

Συνήλθε στις 12 και 13 του Μάρτη 1988 στην Αθήνα σύσκεψη από μέλη, στελέχη και διαγραμμένους του ΚΚΕ και συζήτησαν τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας.
Παράλληλα εξέτασαν διάφορα οργανωτικά προβλήματα που έχουν σχέση με τη δημιουργία νέου Πολιτικού Φορέα.
Αποφασίστηκε να συντάξουν Πολιτική Διακήρυξη με θέσεις πάνω στα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Αριστερά και γενικότερα το Εργατικό Κίνημα της χώρας μας, τις αιτίες για το πολιτικό αδιέξοδο και παράλληλα να προτείνουν ΛΥΣΕΙΣ για να βγούμε από το σημερινό πολιτικό, οικονομικό και ιδεολογικό αδιέξοδο.
Επίσης η σύσκεψη εξέτασε και ορισμένα οργανωτικά ζητήματα για την παραπέρα διάδοση και κυκλοφορία της εφημερίδας «ΦΩΝΗ της ΔΕΥΤΕΡΑΣ», ώστε αυτές τις προτάσεις η «ΦΩΝΗ» να τις προβάλλει από καλύτερες θέσεις και να καλέσει τους συντρόφους απ' όλη την Ελλάδα σε διάλογο, ελπίζοντας ότι μέσα από το βαθύ προβληματισμό και την ανταλλαγή γνωμών θα βγει ολοκληρωμένο πολιτικό ντοκουμέντο για τη συσπείρωση όλων των αγωνιστών που πιστεύουν στην επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας μας. Η «ΦΩΝΗ της ΔΕΥΤΕΡΑΣ» από το Μάρτη ως τον Ιούνη δημοσίευσε σε συνέχειες τις ΘΕΣΕΙΣ της Πανελλαδικής Ένωσης Κομμουνιστών. Τώρα τις δίνουμε συγκεντρωμένες σ' αυτό το φυλλάδιο, ώστε να είναι πιο εύκολη η μελέτη τους και ο προβληματισμός.



ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΙ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΜΕ

Στο ερώτημα ποιοι είμαστε και τι επιδιώκουμε μπορούμε να απαντήσουμε γενικά:
Πολλοί από μας ανήκαν στο ΚΚΕ αλλά τους έχουν διαγράψει. Άλλοι παραμένουν ακόμα μέσα στο ΚΚΕ, και ορισμένοι άλλοι είναι ανένταχτοι, δηλαδή αριστεροί.
Στο διάστημα από το 11ο ως το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ έγινε αγώνας, έγινε εσωκομματική πάλη για την αλλαγή της στρατηγικής και ταχτικής του ΚΚΕ και ενάντια στο ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς.
Η πάλη άρχισε αυθόρμητα σε πανελλαδική κλίμακα ενάντια στη στρατηγική που χάραξε το 11ο Συνέδριο, για συνεργασία των δημοκρατικών δυνάμεων και τη συγκρότηση «Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Πραγματικής Αλλαγής».
Το σημείο της αμφισβήτησης ήταν: Με ποια κόμματα θα σχηματιστεί η Δημοκρατική Κυβέρνηση; Σ' αυτό το ερώτημα ποτέ δε δόθηκε απάντηση, ούτε και στο 12ο Συνέδριο.
Τον Οχτώβρη του 1985 η ηγεσία του ΚΚΕ, δηλαδή το Π.Γ., έπειτα από εσωκομματική πάλη πανελλαδικά, αλλά και σε οργανώσεις του εξωτερικού, άλλαξε στρατηγική. Από τη συνεργασία των δημοκρατικών δυνάμεων για «Δημοκρατική Κυβέρνηση της Πραγματικής Αλλαγής» πέρασε στη στρατηγική της συσπείρωσης των αριστερών δυνάμεων και στη συγκρότηση «Κυβέρνησης της Αριστεράς».
Αυτή η περίοδος από το 11ο ως το 12ο Συνέδριο και η αλλαγή στρατηγικής πρέπει ν' αναλυθούν για να δούμε αν η νέα στρατηγική της αλλαγής με κατεύθυνση το σοσιαλισμό είναι επιστημονικά θεμελιωμένη, αν είναι σωστή.
Η νέα στρατηγική για συσπείρωση των αριστερών δυνάμεων υποδείχτηκε και επιβλήθηκε από τα στελέχη και τα μέλη που διαφωνούσαν με την προηγούμενη στρατηγική.
Η εσωκομματική πάλη έδειξε ότι είναι δυνατό ν' αλλάξει η γραμμή, αλλά όχι και η καθοδήγηση, που είχε την ευθύνη.
Σε ορισμένο στάδιο της πάλης η καθοδήγηση - συγκεκριμένα το Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ έκανε έναν ελιγμό, με τη δικαιολογία ότι το ΠΑΣΟΚ έκανε δεξιά στροφή και χρειάζεται ν' αλλάξουμε στρατηγική και ταχτική, έστω και στα λόγια.
Το 12ο Συνέδριο δεν αιτιολόγησε γιατί δεν έγινε η κυβέρνηση της πραγματικής αλλαγής, και γιατί χάθηκαν 4 χρόνια αναμένοντας το σχηματισμό της.
Το Π.Γ., χωρίς αντίσταση από την Κεντρική Επιτροπή, άλλαξε στρατηγική και κάλυψε τα λάθη του, χωρίς να τα αναφέρει και να τα αιτιολογήσει Τα φόρτωσε όλα στη δήθεν δεξιά στροφή που έκανε το ΠΑΣΟΚ.
Η ιστορία στο ΚΚΕ έχει δείξει ότι αλλαγές ηγεσίας γίνονται μόνο από τα πάνω, δηλ από την Κεντρική Επιτροπή. Η Βάση ενώ παλεύει, δεν οδηγεί σε αλλαγή της ηγεσίας, όμως βοηθάει.

ΝΕΟΣ ΠΟΛIΤΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ

Εδώ ακριβώς χρειάζεται να σταθούμε για να γίνει κατανοητό ότι η επιδίωξη της αλλαγής της ηγεσίας του ΚΚΕ από τα μέσα είναι αδύνατη, είναι επίπονος αγώνας χωρίς αποτελέσματα. Ο μόνος δρόμος, και όσο η εσωκομματική πάλη θα συνεχίζεται και θα δυναμώνει, είναι να δημιουργηθεί νέος φορέας που θα χαράξει δική του πολιτική γραμμή και στρατηγικούς στόχους. Σε αυτόν το φορέα, με πανελλήνια ακτινοβολία και δράση, θα συσπειρωθούν οι δυνάμεις που επιδιώκουν νέα επαναστατική δράση και χαράζουν νέα προοπτική.
Το ζήτημα του φόβου για νέα διάσπαση πρέπει να ξεπεραστεί. Αν δε δημιουργήσουμε επαναστατικό και δημοκρατικό φορέα, που θα συγκεντρώσει όλες τις ταξικές και επαναστατικά σκεπτόμενες δυνάμεις, αν δε γίνει αυτό, τότε το ΚΚΕ θα σβήσει στην πορεία και μαζί του θα σβήσουν και οι προοπτικές για αλλαγή της κοινωνίας, για το σοσιαλισμό στη χώρα μας.
Η μελέτη της ιστορίας για την κοινωνική εξέλιξη διδάσκει ότι υπάρχουν κοινωνικά φαινόμενα που επαναλαμβάνονται σε διάφορες χώρες, όπως το σιγανό αδυνάτισμα και τελικά το σβήσιμο των κομμουνιστικών κομμάτων στις καπιταλιστικές χώρες, π.χ. της Δυτικής Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα αναβιώνουν και λειτουργούν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Αυτό είναι φαινόμενο επαναληπτικό.
Το καθήκον που μπαίνει για τη σημερινή περίοδο είναι η δημιουργία πολιτικού φορέα, κίνησης που θα αναπτύξει Κοινή Δράση με άλλα !<όμματα και κινήσεις που παλεύουν με ταξική συνέπεια.
Η ηγεσία του ΚΚΕ με την απόφαση του 120υ Συνεδρίου ένταξε και τυπικά το ΚΚΕ στο αστικό σύστημα, στην πολιτική πυραμίδα.
Η ηγεσία του ΚΚΕ κάνει προτάσεις για «ανάπτυξη νέου τύπου» της καπιταλιστικής οικονομίας.
Το ΚΚΕ συναγωνίζεται την Ελληνική Αριστερά στο ποιος θα κάνει καλύτερη πρόταση.
Δυστυχώς και η Ελληνική Αριστερά δεν επιδιώκει την επαναστατική αλλαγή του καπιταλισμού στη χώρα μας.
Ο ρόλος της στην πολιτική φαίνεται ότι είναι συμπληρωματικός. Για να δημιουργηθεί κάτι το καινούριο, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το ιδεολογικό μας μέτωπο, ώστε να μην κοιτάζουμε προς τα πίσω. αλλά να βαδίζουμε προς τα μπρος.
Δεν είναι τυχαίο ότι σε μερικές χώρες, όπως στην Αυστραλία, υπάρχουν 3 κομμουνιστικά κόμματα, στη Φινλανδία 2 κλπ. Κάποτε όταν ωριμάσουν οι συνθήκες όλα τα αριστερά κομμουνιστικά κόμματα θα συγκροτήσουν ενιαίον επαναστατικό πολιτικό φορέα. Γι' αυτό χρειάζεται να ξεδιπλωθεί ο αγώνας έξω από το ΚΚΕ, να δημιουργηθεί νέος φορέας που θα χαράξει επαναστατική στρατηγική και θα αποτελεί εγγύηση για το επαναστατικό κίνημα των εργαζομένων και θα δίνει ελπίδες και στα κινήματα που αναπτύσσονται μέσα στ' αριστερά κόμματα.
Η δημιουργία Νέου Επαναστατικού Φορέα θα βοηθήσει στο να υπάρχει αναμμένη η επαναστατική φλόγα και σε κομματικούς οργανισμούς που. έχουν φτάσει σε αποτελμάτωση από την επικράτηση του οπορτουνισμού και του ρεφορμισμού. Σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων βλέπει τη διέξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα μόνο στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Και το ερώτημα που μπαίνει με οξύτητα είναι:
Με ποια στρατηγική και με ποια μέσα θα γίνει ο επαναστατικός μετασχηματισμός του συστήματος της εκμετάλλευσης σε σύστημα του σοσιαλισμού;
Ποιες δυνάμεις θα πραγματοποιήσουν την Επαναστατική Αλλαγή και με ποια στρατηγική;
Χρειάζεται η στρατηγική της πιο πλατιάς αντιμονοπωλιακής και αντιιμπεριαλιστικής συσπείρωσης, όλων των προοδευτικών δυνάμεων που ακολουθούν ανεξάρτητη πορεία, καθώς και αυτών που δρουν μέσα στα διάφορα πολιτικά κόμματα που η ηγεσία τους έχει εγκαταλείψει τον επαναστατικό δρόμο μετασχηματισμού του καθεστώτος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης.
Υπάρχουν σύντροφοι που εκφράζουν αμφιβολίες για τη δημιουργία «Πανελλαδικής Ένωσης Κομμουνιστών».
Το ερώτημα, όμως, που μπαίνει μπροστά σ' όλους μας είναι: Υπάρχει ελπίδα τα σημερινά κοινοβουλευτικά κόμματα να δώσουν επαναστατική διέξοδο στα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί;
Κανένα κόμμα που αντιπροσωπεύεται στη Βουλή σήμερα δεν εμπνέει εμπιστοσύνη για την οργάνωση της πάλης των εργαζομένων, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των οξυμένων προβλημάτων, για πραγματική διέξοδο από την αποτελμάτωση όπου έχουν οδηγηθεί η Οικονομία και η Πολιτική.
Για να αγκαλιάσει ο νέος φορέας όσο το δυνατόν περισσότερους αγωνιστές, για να ξεδιπλωθεί βαθύς προβληματισμός, για να μπορέσει ο κάθε αγωνιστής να εκφραστεί καλύτερα, για να γίνει όσο το δυνατόν πιο συλλογική δουλειά, ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ για συζήτηση και παραπέρα πλουτισμό τις παρακάτω εκτιμήσεις και πολιτικές κατευθύνσεις, που αποτελούν το σκελετό της Πολιτικής μας Πλατφόρμας.



ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ

1. Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Διανύουμε περίοδο βαθιάς κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος. Η κρίση αυτή - αποτέλεσμα των εσωτερικών του αντιθέσεων και της όξυνσης της ταξικής πάλης, αλλά και του περιορισμού της σφαίρας κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού - συγκλονίζει συθέμελα τον καπιταλιστικό κόσμο. Αυξάνει τους αδύνατους κρίκους του ιμπεριαλισμού, δυναμώνει τις επαναστατικές διεργασίες.
Με οδηγό την πιο πάνω εκτίμηση, μπορούμε να κατανοήσουμε την επίθεση που έχει εξαπολύσει σήμερα ο ιμπεριαλισμός. Τα φαντάσματα της ολοκληρωτικής χρεοκοπίας του και της επικράτησης του κομμουνισμού προκαλούν εφιαλτικά όνειρα στους καπιταλιστές, που στηρίζουν τις ελπίδες τους στα εξοπλιστικά προγράμματα και στον «πόλεμο των άστρων».
Για την ακριβή εκτίμηση της σημερινής επιθετικότητας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, πρέπει να πάρουμε υπόψη ορισμένα νέα στοιχεία στην ανάπτυξη του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού την τελευταία δεκαετία.
Το καινούριο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού αυτή την περίοδο είναι ότι δυνάμωσε σημαντικά η ακραία αντιδραστική του πτέρυγα. Στο πολιτικό εποικοδόμημα αυτό εκφράστηκε με το συντηρητικό κύμα», που έφερε στην εξουσία τις δεξιές, τις στρατοκρατικά και ρεβανσιστικά προσανατολισμένες δυνάμεις της μονοπωλιακής αστικής τάξης. Από την οικονομική άποψη η ίδια αυτή τάση έχει αντικειμενική βάση αυξημένης σημασίας στο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα και στα πολυεθνικά μονοπώλια. Πραγματικά σήμερα διανύουμε νέα φάση συγκέντρωσης και διεθνοποίησης του μονοπωλιακού κεφαλαίου, που χαρακτηρίζεται από τη μεγαλύτερη κυριαρχία των πολυεθνικών μονοπωλίων, ιδιαίτερα εκείνων που στηρίζονται στη νέα τεχνολογία και στη μικροηλεκτρονική, και από το διεθνές στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα.
Αυτή η νέα φάση εγκαινιάζει και την πλήρη ηγεμονία του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού πάνω στα δυο άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΙΑΠΩΝΙΑ και ΕΟΚ).
Η ηγεμονία αυτή στο στρατιωτικό επίπεδο είχε κατοχυρωθεί με την εγκατάσταση πυραύλων μέσου βεληνεκούς στη Δυτική Ευρώπη, μετατρέποντας την έτσι σε πυρηνικό όμηρο των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ), και την ενίσχυση της αμερικανικής πυρηνικής παρουσίας στην Ιαπωνία. Η ένταση αυτής της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού έχει πρώτ' απ' όλα στόχο τη στρατηγική υπεροπλία απέναντι στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Ελπίζει έτσι από το κυνηγητό των εξοπλισμών να πετύχει το οικονομικό γονάτισμα των σοσιαλιστικών χωρών, εξαιτίας του αντιπαραγωγικού χαρακτήρα των στρατιωτικών δαπανών.
Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, όμως, κάτω από την πίεση της εκστρατείας ειρήνης των σοσιαλιστικών χωρών και των φιλειρηνικών κινημάτων, υπέγραψε στην Ουάσινγκτον την πρόσφατη ιστορική συνθήκη Ρέιγκαν - Γκορμπατσόφ για να απομακρυνθούν από τη Δ. Ευρώπη οι πύραυλοι μέσου και μικρού βεληνεκούς. Αυτό, βέβαια, δεν ήταν μόνο ιστορική συμφωνία, νίκη των λαών, νίκη των δυνάμεων της ειρήνης και της προόδου σ' όλο τον κόσμο, αλλά και ήττα του διεθνούς στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος και άνοιγμα του δρόμου για τον αφοπλισμό και την εδραίωση της ειρήνης. Γι' αυτόν το λόγο το διεθνές φιλειρηνικό κίνημα θα αγωνίζεται για την ειρήνη σταθερά ως τον πλήρη παγκόσμιο αφοπλισμό.

2. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΕΧΕΙ ΤΑΞΙΚΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΑΣΙΦΙΣΤΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Εξαιτίας της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου εξακολουθεί να υπάρχει Ξεκαθαρίζοντας με βάση τα προηγούμενα ότι πηγή του πολεμικού κινδύνου δεν είναι πάλη των δυο συστημάτων, αλλά ο ιμπεριαλισμός και οι εσωτερικές του αντιθέσεις, πρέπει να σταθούμε και σε ορισμένα ζητήματα σε σχέση με το χαρακτήρα του κινήματος της ειρήνης σήμερα.
Το πρόβλημα της ειρήνης είναι πρόβλημα πρωτ� απ' όλα ταξικό. Εφόσον πηγή του πολέμου είναι ο ιμπεριαλισμός, πραγματική ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει δίχως ανατροπή των βάσεών του, δίχως ταξική επανάσταση. Δεν μπορείς με τις παρακλήσεις να πάρεις ειρήνη από τον ταξικό αντίπαλο, αυτός μπορεί μόνο να εξαναγκαστεί σε ειρήνη. Και εγγύηση γι' αυτό είναι και πάλι η ενίσχυση των δυνάμεων του σοσιαλισμού, η σίγουρη ανοδική πορεία της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. (άρθρο, του «Κομμουνίστ» ΚΟΜΕΠ 8/84).
Δηλαδή η ειρήνη επιβάλλεται όταν αναπτύσσεται το επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης, όταν αποσπά καινούριες χώρες από την τροχιά του ιμπεριαλισμού, όταν εξασθενεί ο αντίπαλος και καταλαβαίνει ότι κάθε επίθεσή του θα είναι καταδικασμένη. Με άλλα λόγια η πάλη για την ειρήνη και η πάλη για το σοσιαλισμό είναι πράγματα αδιαίρετα. Κατά συνέπεια ΜΟΝΟ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ, παλεύοντας για την εγκαθίδρυση της εξουσίας της μαζί με τους συμμάχους της, παλεύει και για την ειρήνη. Οι μικροαστοί δεν είναι συνεπείς αγωνιστές της πάλης για την ειρήνη, και βασικά σε κρίσιμες ιστορικές καμπές τάχτηκαν με το μέρος της αστικής τάξης. Το ίδιο και τα αστικά, αλλά και τα αστικορεφορμιστικά κόμματα (Α� Παγκόσμιος Πόλεμος).
Αυτό, βέβαια, δεν αναιρεί την προσπάθεια της εργατικής τάξης να διευρύνει καθημερινά το μέτωπο όλων των φιλειρηνικών δυνάμεων.
Παράλληλα η απάντηση του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος πρέπει να είναι:
α) Ενίσχυση της οικονομικής δύναμης του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.
β) Ένταση του αγώνα της Εργατικής ΤΆξης στις καπιταλιστικές χώρες για την ανατροπή του συστήματος και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Την εξουσία, δηλαδή, της Εργατικής Τάξης και των Σύμμαχων της, την ανώτερη μορφή δημοκρατίας.
Άλλη, όμως, είναι σήμερα η κυρίαρχη θέση στην Αριστερά και ειδικότερα στην ηγεσία του ΚΚΕ για το ζήτημα της ειρήνης.
Η ηγεσία του ΚΚΕ, εκτιμώντας ότι πρώτιστο καθήκον είναι η υπεράσπιση της Ειρήνης με κάθε μέσο, υποστηρίζει τις φιλειρηνικές πρωτοβουλίες του ΠΑΣΟΚ, βλέπει το πρόβλημα της ειρήνης με πασιφιστικό τρόπο. Και αυτό έχει ολέθριες συνέπειες για το επαναστατικό κίνημα στη χώρα μας.
Το ΠΑΣΟΚ, ως δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της αστικής τάξης μπορεί στα λόγια να μιλάει για ειρήνη, στην πράξη όμως αγοράζει αεροπλάνα που μπορούν να μεταφέρουν πυρηνικό φορτίο. Ακόμα το ΠΑΣΟΚ διατηρεί τις αμερικάνικες βάσεις και τα πυρηνικά που οπωσδήποτε δε βοηθούν ούτε την ειρήνη ούτε την ανεξαρτησία της χώρας μας, κατά συνέπεια και την αποφυγή της από ενδεχόμενη πολεμική σύρραξη που μπορεί να την αρχίσουν άλλοι εταίροι του ΝΑΤΟ.
Τέλος, η ειρήνη δεν έρχεται κι ούτε εδραιώνεται ΜΟΝΟ με διακηρύξεις και συνδιασκέψεις των«6», ή με ανθρώπινες ζώνες γύρω από την Ακρόπολη.
Η ειρήνη ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ από την επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και όλων των άλλων φιλειρηνικών δυνάμεων συνδυασμένη με την πάλη για τη λύση των καθημερινών οικονομικών και πολιτικών προβλημάτων.

3. Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ

Η Ελλάδα είναι χώρα με μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών της δυνάμεων και τη χαρακτηρίζει η πολιτική, οικονομική και στρατιωτική εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό. Οι Αμερικανοί, έχοντας βάλει σε ενέργεια τα σχέδιά τους για παγκόσμια κυριαρχία, έχοντας επιτύχει να πάρουν στα χέρια τους τα ηνία της ηγεμονίας στον καπιταλιστικό κόσμο, μετέτρεψαν την Ελλάδα σε «πιόνι» με στρατηγική θέση στο επιθετικό σύστημα που ετοιμάζουν.
Θέλουν την Κύπρο αβύθιστο αεροπλανοφόρο. Θέλουν στην Ελλάδα βάσεις όχι απλώς κατασκοπευτικές, αλλά και επιδρομικά ορμητήρια για την κατάπνιξη του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στη Μέση Ανατολή, αν ο χωροφύλακας φονιάς, το Ισραήλ, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα.
Σημάδια χρεοκοπίας υπάρχουν άφθονα στο Ισραήλ: οικονομική κρίση, πληθωρισμός, αποχώρηση από το Λίβανο. Γι' αυτό πρωταρχικό στόχο έχουν οι Αμερικανοί το τσάκισμα του επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, το οποίο αποτελεί και το κυριότερο εμπόδιο στην πραγματοποίηση των σχεδίων τους.
Με δοσμένη τη στρατηγική σημασία της Ελλάδας στο παγκόσμιο οικονομικό καπιταλιστικό σύστημα, που το προωθούν κάτω από την οικονομική ηγεμονία τους, επιδιώκουν και τις ανάλογες πολιτικές λύσεις που θα εγγυούνται την τέτοια πορεία της χώρας μας.
Βασικός στόχος τους είναι η εδραίωση δικομματικού συστήματος, δύο κομμάτων της απόλυτης εμπιστοσύνης τους, που θα εναλλάσσονται στην εξουσία και θα εξυπηρετούν ολότελα το καθένα με τον τρόπο του τα συμφέροντά τους. ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στο ρεφορμισμό, με τον οποίο επιδιώκουν να διαβρώσουν το συνδικαλιστικό κίνημα και να έχουν μόνιμα αποπροσανατολισμένο κι εγκλωβισμένο σοβαρό τμήμα της εργατικής τάξης.
Παράλληλα καταβάλλονται προσπάθειες από την αστική τάξη για να υπάρχει Αριστερά χωρίς επαναστατικό περιεχόμενο, ενσωματωμένη στο σύστημα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

1. ΠΟΙΑ ΤΑΞΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΕΚΦΡΑΖΕΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ

Το βασικό κριτήριο για τον καθορισμό των ταξικών συμφερόντων που υπηρετεί ένα κόμμα είναι ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΑΧΤΙΚΗ του, τόνιζε ο Β. Ι. ΛΕΝΙΝ.
Τι βλέπουμε, λοιπόν, στο ΠΑΣΟΚ;
α) Το ΠΑΣΟΚ, από την ίδρυσή του το 1974, δεν προήλθε από το εργατικό κίνημα, αλλά από αστούς και μικροαστούς διανοουμένους και πολιτικούς. Η Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη ήταν μοντέλο εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος. Διατυμπάνιζε ότι με βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις θα φτάναμε στο σοσιαλισμό. Συγχρόνως οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ ήταν διανθισμένες με αντιιμπεριαλιστικούς στόχους, για να εκμεταλλευτεί τα αντιαμερικανικά και αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα του ελληνικού λαού, που ήταν τότε πολύ έντονα. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και ο Κ. Καραμανλής, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, απέσυρε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1974. Δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυσή του ήταν σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, που η διαφορά του από τη σοσιαλδημοκρατία της Δυτικής Ευρώπης ήταν το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι χώρα με μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών της δυνάμεων και εξαρτημένη. Κατά συνέπεια έπρεπε να πάρει υπόψη του το ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα στοιχεία στην ταχτική του για να επιτύχει ως δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος.
β) Η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών, βουλευτών, νομαρχών και υπουργών του ΠΑΣΟΚ ανήκει στην αστική τάξη ή προέρχεται από τη μεσαία αστική τάξη. Είναι αστοί διανοούμενοι και τεχνοκράτες, που βρίσκονται στην κορυφή της ΚΜΚ (κρατικομονοπωλιακής καπιταλιστικής) πυραμίδας, με μετοχές σε διάφορες μονοπωλιακές επιχειρήσεις. Το ΠΑΣΟΚ, σήμερα, το ακολουθούν το σύνολο των μεσαίων στρωμάτων και σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης, που έχει εξαπατηθεί ανοιχτά από αυτό.
γ) Στις διακηρύξεις του τάσσεται ανοιχτά υπέρ της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», μικρής ή μεγάλης, δεν έχει σημασία, «...η μικρή παραγωγή γεννάει τον καπιταλισμό και την αστική τάξη συνεχώς, κάθε μέρα, κάθε ώρα, αυθόρμητα και σε μαζική κλίμακα» (ΛΕΝΙΝ, άπαντα, τόμος 41, σελ. 6 «Αριστερισμός - παιδική αρρώστια του κομουνισμού»), δηλαδή τάσσεται υπέρ της διατήρησης των οικονομικών βάσεων του καπιταλισμού. δ) Στην πολιτική - κυβερνητική πραχτική του ακολουθεί πολιτική αστικού εκσυγχρονισμού. Υπερασπίζεται πλέρια τα συμφέροντα της αστικής τάξης και των ξένων αφεντικών της: προνόμια στα μονοπώλια, διατήρηση αμερικάνικων βάσεων, νατοϊκών αεροπλάνων, χτύπημα από τα μέσα (ΠΑΣΚΕ) και από τα έξω (κρατική βία) του εργατικού κινήματος, και προσπαθεί όλα αυτά να τα περάσει με σοσιαλρεφορμιστική ταχτική. Προσπαθεί να δηλητηριάσει με το μικρόβιο της ταξικής συνεργασίας (ρεφορμισμός) σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη. Το γεγονός, όμως, ότι ακολουθεί σοσιαλρεφορμιστική ταχτική δεν αναιρεί καθόλου το χαρακτήρα του ως κόμματος εναλλαγής, κόμματος της αστικής τάξης.
Άλλο τα ταξικά συμφέροντα που εκφράζει ένα κόμμα και άλλο η μέθοδος που ακολουθεί για να τα υπηρετήσει.
Ο χαρακτηρισμός του ΠΑΣΟΚ σε συνθήκες ΚΜΚ ως κόμματος του μικροαστικού σοσιαλισμού είναι αντιμαρξιστικός. Γιατί οι μικροαστοί από τη φύση τους έχουν διπλή προσωπικότητα. Είναι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, αλλά ταυτόχρονα είναι και αντικείμενο εκμετάλλευσης από τα μονοπώλια. Και εκείνο που κυριαρχεί, βέβαια, στο μικροαστό στην αστική κοινωνία είναι το όνειρο να γίνει αστός. Άρα στις συνθήκες της αστικής κοινωνίας και ειδικά στον ΚΜ Κ ΟΙ μικροαστοί δεν μπορεί να έχουν δική τους αυτοτελή πολιτική, είναι ουρά της αστικής τάξης. Και στο ΠΑΣΟΚ είναι αφελές να πούμε ότι οι αστοί ακολουθούν τους μικροαστούς, και όχι το αντίστροφο. Επομένως στην καπιταλιστική κοινωνία μπορούν να υπάρχουν δύο τύποι κόμματα. Τα προλεταριακά και τα αστικά. Και ειδικά στη χώρα μας με τα πολυάριθμα μικροαστικά στρώματα που μετά την πτώση της χούντας χαρακτηρίζονται από αντιιμπεριαλισμό με μικροαστικά χαρακτηριστικά, δηλ γι' αυτά οι αντιιμπεριαλιστικές και αντιμονοπωλιακές αλλαγές σημαίνουν όσο το δυνατόν πιο βελτιωμένη θέση τους στο σύστημα, το ότι τα εκφράζέι το ΠΑΣΟΚ σημαίνει πως είναι δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της αστικής τάξης.

2. Η «ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»

Η «Ν.Δ.», μετά την απομάκρυνσή της από την κυβερνητική εξουσία τον Οχτώβρη του 1981, προσπαθεί να παρουσιαστεί με νέο πρόσωπο, απαλλαγμένο δήθεν από τη νοοτροπία και τις παλιές αντιλήψεις της, που θυμίζουν έντονα το αμαρτωλό παρελθόν της. Με το πρόσωπο του«νεοφιλελευθερισμού» και την ανάλογη δημαγωγία εκμεταλλεύεται την αγανάκτηση που προκαλεί η αντιλαϊκή πολιτική του ΠΑΣΟΚ, και προβάλλει τον εαυτό της σαν τη μοναδική δύναμη για να βγει η χώρα από το σημερινό πολιτικό αδιέξοδο. Τα ταξικά, όμως, συμφέροντα που εκπροσωπεί και υπηρετεί ξεσκεπάζουν τη δημαγωγία της. Εκπροσωπώντας και αυτή το ντόπιο καιξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο υποστηρίζει στην ουσία την εισοδηματική πολιτική του ΠΑΣΟκ. Παλεύει με κάθε τρόπο για περισσότερη φιλελευθεροποίηση του καπιταλιστικού συστήματος, δηλαδή για μεγαλύτερη ασυδοσία του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου, αντιγράφοντας τα θατσερικά πρότυπα. Έτσι κάθε προσπάθεια για τον εκσυγχρονισμό της μοναδικό στόχο έχει την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλίων στις νέες πολιτικές καταστάσεις, και την εδραίωση του δικομματικού παιχνιδιού εναλλαγής στην εξουσία. Γι' αυτό χρειάζεται, όπως και για το ΠΑΣΟΚ, ανοιχτό ιδεολογικό ταξικό μέτωπο και συνεχές ξεσκέπασμα των επιδιώξεών της.

3. ΕΑΡ ΚΑΙ ΚΚΕ ΕΣ. - Α.Α.

Η ηγεσία της ΕΑΡ μετά την περσινή διάσπαση εγκατέλειψε και τυπικά τον κομμουνιστικό χαρακτήρα του ΚΚΕ Εσ. κι έγινε πλαδαρό πολυσυλλεκτικό αριστερό κόμμα, που επιδιώκει τον εκσυγχρονισμό και την καλύτερη διαχείριση του καπιταλιστικού συστήματος, και όχι την ανατροπή του. Το ΚΚΕ ΕΣ.- Α.Α., αντίθετα, κράτησε τον κομμουνιστικό χαρακτήρα του και επιδιώκει αντικαπιταλιστική πορεία. Το διακρίνει, όμως, αντιφατικότητα. Από τη μια βάζει για στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού, κι από την άλλη απορρίπτει τα μοντέλα που υπάρχουν και βάζει για στόχο του τον τρίτο δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό. Δέχεται ότι στην ΕΣΣΔ σήμερα γίνονται σοβαρές αλλαγές, αλλά δε θίγουν - λέει - τα βάθρα πάνω στα οποία οικοδομήθηκε. Τα βάθρα, όμως, πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η ΕΣΣΔ, είναι ο μαρξισμός λενινισμός, και χωρίς αυτή τη δοκιμασμένη κοσμοθεωρία, που, παρά τις οποιεσδήποτε αδυναμίες ή παραμορφώσεις που έγιναν στην εφαρμογή της, δεν παύει να είναι οδηγός για δράση, δεν ανατρέπεται ο καπιταλισμός. Κάθε άλλος δρόμος - όσες φιλότιμες κι ακούραστες προσπάθειες κι αν γίνουν - οδηγεί σε αδιέξοδο, και έτσι το αποτέλεσμα είναι η διατήρηση, και όχι η ανατροπή του καπιταλισμού.

4. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΚΚΕ

Τι εκφράζει σήμερα το ΚΚΕ; Πως χαρακτηρίζουμε το ΚΚΕ;
Το ΚΚΕ από κόμμα της εργατικής τάξης έχει μετατραπεί ο:ε κόμμα αριστερής φυσιογνωμίας, που στα λόγια αποδέχεται το μαρξισμό λενινισμό, στην πράξη, όμως, με τη συνθηκόλογη στρατηγική και ταχτική του απέναντι στο ρεφορμισμό και στο κατεστημένο, οδηγεί το λαϊκό κίνημα σε οπισθοχώρηση και ήττα. Ουσιαστικά η ηγεσία του ΚΚΕ έχει παραιτηθεί από την επαναστατική δράση, και έχει συμβιβαστεί με το κατεστημένο, έχει δεχτεί την ένταξή του στο σύστημα της αστικής πυραμίδας και είναι σαν αριστερό δεκανίκι για τη στήριξή του. Η ηγεσία του ΚΚΕ εκφράζει σήμερα την ιδεολογία της εργατικής αριστοκρατίας και των μεσαίων στρωμάτων, που, κάτω από την πίεση της αστικής ιδεολογίας, έχουν εγκαταλείψει κάθε αγωνιστική δράση και παλεύουν απλώς για το πώς, με μεταρρυθμίσεις, θα βελτιώσουν τη θέση τους στο σύστημα της εξάρτησης.
Πώς εκφράζεται ο οπορτουνισμός και ο συμβιβασμός της ηγεσίας του ΚΚΕ απέναντι στο κατεστημένο;
1) Στη στρατηγική: Με τον προσανατολισμό του λαϊκού κινήματος σε καθαρά κοινοβουλευτικές διαδικασίες για την κατάληψη της εξουσίας, με την άρνηση, ουσιαστικά, του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στην επανάσταση.
2) Στην ταχτική: Με την έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνατότητες της εργατικής τάξης, και με την υποταγή του εργατικού κινήματος στις εκάστοτε αντιλαϊκές επιλογές του ρεφορμισμού, δηλαδή πολιτική μη όξυνσης της ταξικής πάλης, αλλά διατήρησής της σε ανεκτά επίπεδα από την άρχουσα τάξη και το ρεφορμισμό.
3) Στην πολιτική συνεργασιών - συμμαχιών:
Αναγωγή των συνεργασιών σε αυτοσκοπό. άμβλυνση των διαφορών του ΚΚΕ με τους συνεργαζόμενους, υποταγή των ζωτικών συμφερόντων της εργατικής τάξης στο όνομα της δημοκρατικής συνεργασίας (περίοδος '78-'81) της Δημοκρατικής Κυβέρνησης ('81 '85) και της Συμπαράταξη ς ('86 - '88).
4) Στο επίπεδο της ιδεολογίας: Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν είχε ποτέ ξεκάθαρη θέση για την ταξική φύση και το ρόλο του ΠΑΣΟΚ, και στήριξε αποφασιστικά την προσπάθειά του να γίνει κυρίαρχη αστική δύναμη, χαρακτηρίζοντάς το δύναμη της αλλαγής. Ουσιαστικά συνέβαλε στο να μετατραπεί ολόκληρος κόσμος σε ουρά του ΠΑΣΟΚ. Η ηγεσία του ΚΚΕ είναι ο γεφυροποιός του ρεφορμισμού στην Ελλάδα.
5) Στο επίπεδο της φιλοσοφίας: . Άρνηση της να δεχτεί τη διαλεχτική εξέταση των φαινομένων. Αντίθετα, προσήλωσή της στην προσαρμογή της διαλεχτικής στις εκάστοτε σκοπιμότητές της. Έτσι η ηγεσία του ΚΚΕ για να δικαιολογήσει τα λάθη της, αντί να κάνει την αυτοκριτική της, «προσαρμόζει}) την πραγματικότητα στην ταχτική, και όχι την ταχτική της στην πραγματικότητα.
6) Στη μη επαναστατική διαπαιδαγώγηση των μαζών και στην παραίτηση από την αγωνιστική δράση: Αναγωγή της κοινοβουλευτικής πάλης σε πρωταρχικό καθήκον, αφού θεωρεί π.χ. ότι η απλή αναλογική είναι το κλειδί των πολιτικών εξελίξεων. Έτσι υποτιμάει τη σημασία της ταξικής πάλης.
7) Στο ζήτημα της εξάρτησης: Αποδοχή των επιλογών του κατεστημένου με την ουσιαστική εγκατάλειψη της θέσης για αποχώρηση από την ΕΟΚ, και στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα με την εκτόνωση του αντιαμερικανισμού των Ελλήνων στις συγκεντρώσεις για τις συγκεντρώσεις και πορείες για τις πορείες. Μη κλιμάκωση αυτού του αγώνα όταν υπήρχαν δυνατότητες.
8) Μετατροπή του λαϊκού κινήματος από κίνημα διεκδικητικής και επαναστατικής δράσης σε κίνημα προτάσεων για ανάπτυξη νέου τύπου, δηλαδή σε κίνημα για τη βελτίωση του καπιταλισμού, και όχι για την επαναστατική αλλαγή του.
9) Στα οργανωτικά ζητήματα: Κυρίαρχα στοιχεία στη λειτουργία του ΚΚΕ, που έχουν επιβληθεί κάτω από τον αυταρχισμό της ηγεσίας του, είναι ο σεχταρισμός, ο δογματισμός, η κατάργηση της εσωκομματικής δημοκρατίας και η απομόνωση ή η διαγραφή κάθε συντρόφου που διαφωνεί με αυτή τη συμβιβαστική γραμμή. Ολοκλήρωση του οργανωτικού οπορτουνισμού είναι η διάλυση των κλαδικών εργατικών οργανώσεων του ΚΚΕ το 1983, διαδικασία που είναι σήμερα σε εξέλιξη καθώς διαλύονται και όσες εργατικές οργανώσεις υπάρχουν σε επίπεδο αχτίδας.
10) Συμπερασματικά η ηγεσία του ΚΚΕ δεν ακολουθεί ανεξάρτητη πολιτική για το προλεταριάτο, αλλά ο ρόλος της έγκειται στο πώς θα είναι ο ρυθμιστής και όχι ο πρωταγωνιστής των πολιτικών εξελίξεων, π.χ. αντιδεξιά δημοκρατική συνεργασία (στρατηγική '78-'80) ή στο πώς θα πάρει μέρος σε κυβέρνηση των ρεφορμιστών σε ρόλο κομπάρσου (στρατηγική '81-'85), ή στο πώς μετεκλογικά θα δώσει σήμερα ψήφο ανοχής ή στήριξης σε κυβέρνηση των ρεφορμιστών.

5. ΠΩΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΙΟ ΠΑΝΩ (ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1978-1981)

1) Από το 10ο Συνέδριο του ΚΚΕ η ηγεσία του κατέταξε το ΠΑΣΟΚ στις αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις και μάλιστα το χαρακτήρισε αριστερό κόμμα (βλέπε Ντοκουμέντα του 100υ Συνεδρίου). Έτσι από το 1978 το λαϊκό κίνημα προσανατολίστηκε στο μονομέτωπο αγώνα ενάντια στη Δεξιά και ουσιαστικά αφοπλίστηκε ιδεολογικά απέναντι στο ρεφορμισμό.
2). Παρόλο που η εμπειρία από τη δράση του ΠΑΣΟΚ ήταν ότι είναι δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και μάλιστα υπήρχαν πιο έντονα δείγματα αυτής της πολιτικής τα χρόνια 1978 1981, όπως: α) Ηγεμονισμός κι αντιενωτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ. β) Αποδοχή του ότι στηρίζεται στον αστικό στρατό. γ) Αρνιότανε τη συνεργασία όπου ήταν δυνατό και την επιδίωκε όπου ήταν αδύνατο. δ) Δικαστικές παρεμβάσεις στα συνδικάτα σε σύμπνοια με τους βιομηχάνους και τους εφοπλιστές, για να ελέγξουν συνδικάτα που ήταν πρωτοπόρα στην ταξική πάλη, όπως την Πανελλήνια Ένωση Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΜΕΝ), το Εργατικό Κέντρο Ελευσίνας κ.ά. ε)Διάσπαση του Κινήματος Ειρήνης το 1981 με τη δημιουργία της ΚΕΑΔΕΑ. στ) Διάσπαση του γυναικείου κινήματος με τη δημιουργία της ΕΓΕ. ζ) Ξεκάθαρες θέσεις από το ΠΑΣΟΚ ότι σε καμία περίπτωση δε θα δεχτεί συνεργασία με το ΚΚΕ ούτε προεκλογικά ούτε μετεκλογικά ούτε καν σε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα (ΕΞΟΡΜΗΣΗ 15.2.1981).
ζ) Υπαναχώρηση και από διακηρυγμένες θέσεις, όπως η θέση για αποχώρηση από την ΕΟΚ. ι) Και γενικά τη ρεφορμιστική πολιτική του στα συνδικάτα, όπως η διάλυση των ΣΑΔΕΟ, προσπάθεια περάσματος της ρεφορμιστικής ιδεολογίας και γενικότερα αποδοχή του ΠΑΣΟΚ από το κατεστημένο κ.ά. Κι ενώ υπήρχαν όλα αυτά τα στοιχεία, η ηγεσία του ΚΚΕ αντί να τα λάβει υπόψη και να χαράξει καθαρή διαχωριστική γραμμή απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία, στην πραγματικότητα προχώρησε πιο δεξιά χαρακτηρίζοντας το ΠΑΣΟΚ «δύναμη αλλαγής». Έτσι αποπροσανατόλισε το λαό και τον έκανε να τρέφει φρούδες ελπίδες για το χαρακτήρα και την προοπτική του ΠΑΣΟΚ. Η σωστή τακτική του ΚΚΕ και του αριστερού κινήματος στη συγκεκριμένη στιγμή θα ήταν: αφού καλέσει το λαό να αγωνιστεί για την απομάκρυνση της Δεξιάς από την κυβερνητική εξουσία, συγχρόνως να του δείξει και τον περιορισμένο χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ, ότι δηλαδή αν περάσει η κυβερνητική εξουσία στο ΠΑΣΟΚ θα παρθούν ορισμένα δημοκρατικά μέτρα που θα εκσυγχρονίζουν τον καπιταλισμό, θα αναπτύσσουν το ρεφορμισμό και τίποτα περισσότερο. Γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν είναι επαναστατικό κόμμα, αλλά κόμμα εναλλαγής (δεξιό σοσιαλδημκρατικό κόμμα), απλώς θα βελτιωθούν οι συνθήκες της ταξικής πάλης, θα δημιουργηθεί άλλο πολιτικό κλίμα και θα παρουσιαστούν καινούρια προβλήματα, που το κυρίαρχο στοιχείο τους θα είναι η προσπάθεια για διείσδυση του ρεφορμισμού στο εργατικό κίνημα στο επίπεδο της πολιτικής και της ιδεολογίας.
Ενώ από την άλλη πλευρά η αλλαγή βρισκόταν στην κατεύθυνση της αποφασιστικής ενίσχυσης του ΚΚΕ, του κόμματος της εργατικής τάξης, και μοχλός για την αλλαγή θα ήταν η ανάπτυξη των λαϊκών αγώνων, πρώτ' απ' όλα της εργατικής τάξης στην κατεύθυνση της δημιουργίας - εννοείται όταν θα είναι ώριμες οι συνθήκες μετώπου αριστερού, δημοκρατικού σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση για αγωνιστική πορεία προς το σοσιαλισμό. Αντίθετα, όμως, στο «Ριζοσπάστη» εκείνης της εποχής (1980-1981) προβαλλόταν το ΠΑΣΟΚ ως δύναμη αλλαγής σε αρκετά επώνυμα και ανώνυμα άρθρα και αμβλύνονταν οι διαφορές ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ.
Από την άλλη πλευρά η «Εξόρμηση» (εφημερίδα του ΠΑΣΟΚ) πρόβαλλε τη γραμμή της αυτοδυναμίας και δεν ανέφερε ποτέ το ΚΚΕ παρά μόνο αν ήταν να του κάνει πολεμική ή κριτική, καινα καλέσει τους αριστερούς .ψηφοφόρους να Ψηφίσουν το ΠΑΣΟΚ. Συγχρόνως τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ στην προεκλογική περίοδο δεν έχαναν την ευκαιρία, όπου υπήρχε συγκέντρωση προεκλογική, σύσκεψη, συνέντευξη Τύπου κλπ., να δηλώνουν ότι το ΠΑΣΟΚ είναι δύναμη αλλαγής και ν' αφήνουν στον κόσμο να πλανιέται η εντύπωση ότι υπάρχει κάποια άτυπη συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ και ότι η μόνη λύση είναι η συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ μετεκλογικά (Δημοκρατική Κυβέρνηση). Έτσι η ηγεσία του ΚΚΕ, αντί να πει την αλήθεια στο λαό για την προοπτική του ΠΑΣΟΚ, του δημιούργησε αυταπάτες. Στην πραγματικότητα τις μικροαστικές της αυταπάτες για το χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ τις έκανε αντικειμενική πραγματικότητα και στο όνομα κάποιας μελλοντικής συνεργασίας αγνόησε το καθήκον του σήμερα. Έτσι δημιουργήθηκε η γέφυρα γιανα περάσει ο ρεφορμισμός στην Ελλάδα. Να τι διδάσκει ο ΛΕΝΙΝ αναφερόμενος στη στάση που έπρεπε να κρατήσουν οι μπολσεβίκοι απέναντι στα μικροαστικά κόμματα τον Απρίλη του 1917 και κριτικάροντας τις δεξιές απόψεις που υπήρχαν στο Μπολσεβίκικο Κόμμα: «Ο μαρξιστής που, εξαιτίας της δυνατότητας ενός τέτοιου μελλοντικού σταδίου, θα ξεχνούσε τις υποχρεώσεις του σήμερα θα μεταβαλλόταν σε μικροαστό, επειδή στην πράξη θα καλλιεργούσε στο προλεταριάτο την εμπιστοσύνη στους μικροαστού ς» και συνεχίζει παρακάτω: «Ο άνθρωπος που υποθετικά πήραμε θα έμοιαζε με ένα γλυκανάλατο Λουί Μπλαν, με ένα γλυκερό καουτσικιστή, αλλά σε καμία περίπτωση με επαναστάτη κομμουνιστή» (ΛΕΝΙΝ: «Θέσεις του Απρίλη»).

6. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Το 1980 τον Ιούλη, στην Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, επίσημα πια το ΠΑΣΟΚ αποκαλείται «κόμμα αλλαγής». Πολλά στελέχη, και ειδικότερα από εργατικούς χώρους, αντιδρούν έντονα. Το Π.Γ., όμως, έχει κάνει την επιλογή του και είναι αποφασισμένο να επιβάλει με κάθε τρόπο τη λαθεμένη του γραμμή για την περιβόητη«Δημοκρατική Κυβέρνηση της Πραγματικής Αλλαγής». Μπαίνουν σ> εφαρμογή αντικαταστατικά μέτρα και η κατάχρηση εξουσίας. Αξιόλογα δοκιμασμένα στελέχη καθαιρούνται, απομονώνονται και διαγράφονται. Μεγάλος αριθμός ικανότατων στελεχών παραμερίστηκε, δεν ξαναπροτάθηκε στα διάφορα όργανα, και οι «επικίνδυνοι» διαγράφτηκαν. Η διάλυση των κλαδικών ΚΟΒ έδειξε η ζωή ότι δεν ήταν λάθος παρά μελετημένη ΕΠΙΛΟΓΗ του Π.Γ. για την αποδιοργάνωση του κόμματος. Για να χαθεί η σύνδεση, η κοινή πλατφόρμα κι ο συντονισμός της πάλης των εργαζομένων. Να αδυνατίσει η ταξική πάλη και να περάσει ανενόχλητα ο ρεφορμισμός στην εργατική τάξη. Παράλληλα οι συνοικιακές ΚΟΒ να μπορούν καλύτερα να εκτελούν «δύσκολες» διαγραφές ανεπιθύμητων στελεχών και να διαπαιδαγωγούν και να προωθούν στο κόμμα μικροαστικά στοιχεία. Το ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας ήταν και είναι άμεσα συνδεμένο με τις μαζικές διαγραφές, τις διαρροές και τις αποχωρήσεις μελών και στελεχών από το ΚΚΕ, κυρίως από το 110 ως το 120 Συνέδριο και συνεχίζεται Είναι, επίσης, συνδεμένο με την κριτική και αυτοκριτική εξέταση της γραμμής και της δράσης του ΚΚΕ από το 11 ο ως το 12ο Συνέδριο.
Και τα δύο αυτά σοβαρά ζητήματα, διαγραφές μελών και στελεχών, καθώς και τη λαθεμένη γραμμή της «Συνεργασίας των δημοκρατικών δυνάμεων, πριν απ' όλα του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ (συνέντευξη Χ. Φλωράκη στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» 20.2.84) και αλλού για την αλλαγή, το 120 Συνέδριο τα αγνόησε. Στο 120 Συνέδριο, παρά το γεγονός ότι έγινε σε περίοδο που στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες γίνονται σοβαρές αλλαγές και ανακατατάξεις παρά την περεστρόικα του σ. Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, η ηγεσία του ΚΚΕ φοβήθηκε τόσο την Κριτική εξέταση της λαθεμένης στρατηγικής που χάραξε το 11ο Συνέδριο, όσο και την εξέταση τι:ιυ ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος. Καμία. αλλαγή στο κόμμα και καμία αλλαγή στην εσωκομματική λειτουργία. Η εκλογή των ίδιων ανθρώπων στο Π.Γ. δείχνει ότι το ΚΚΕ έμεινε προσηλωμένο στο δόγμα, στο φόβο της αυτοκριτικής και στην έλλειψη δημοκρατίας και διαφάνειας. Παρά τις ευνοϊκές συνθήκες που δημιούργησε η περεστρόικα στην ΕΣΣΔ και παρά την πίεση μέσα κι έξω από το ΚΚΕ για δημοκρατική λειτουργία, ανανέωση και στροφή σε δημοκρατικό δρόμο, η ηγεσία έμεινε περιχαρακωμένη κι αιχμάλωτη του αμαρτωλού της παρελθόντος. Την περίοδο από το 11 ο ως 12ο Συνέδριο μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε περίοδο διείσδυσης και κυρίως εδραίωσης του ρεφορμισμού στο εργατικό, συνδικαλιστικό και γενικά στο μαζικό κίνημα. Η επικράτηση του ρεφορμισμού δημιούργησε νέα κατάσταση, όπου δύσκολα γίνεται η ανάπτυξη των αγώνων της εργατικής τάξης και του λαϊκού κινήματος.
Ο ρεφορμισμός αποτελεί το κύριο εμπόδιο για την επαναστατική προοπτική στο εργατικό και αριστερό κίνημα της χώρας. Την ευθύνη για την επικράτηση του ρεφορμισμού τη φέρνει ακέραια η ηγεσία του ΚΚΕ, με την εφαρμογή της λαθεμένης ταχτικής ότι πριν απ' όλα το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ «θα κάνουν την ΑΛΛΑΓΗ» (συνέντευξη Χ. Φλωράκη «ΤΑ ΝΕΑ» 20.2.84). Η γραμμή αυτή δεν άνοιξε μέτωπο ενάντια στον κίνδυνο της εδραίωσης του ρεφορμισμού, αλλά έκανε γέφυρα το ΚΚΕ και τις μαζικές οργανώσεις που αυτό καθοδηγούσε για το πέρασμα, τη διείσδυση και την εδραίωσή του.
Η ηγεσία του ΚΚΕ κράτησε ανοιχτό το μέτωπο ενάντια στη Δεξιά, που προσπαθούσε «να φθείρει την κυβέρνηση της αλλαγής» (βλέπε «Ριζοσπάστη» της εποχής εκείνης). Η πολιτική αυτή, της έλλειψης μετώπου κατά του ρεφορμισμού και της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ για τη δημιουργία του Κράτους Πρόνοιας, έφερνε σύγχυση στους εργαζομένους και οδήγησε στον αποπροσανατολισμό του εργατικού κινήματος. Γι' αυτό το σοβαρότατο ζήτημα του ρεφορμισμού δε θα βρεις καμία υπεύθυνη κριτική ανάλυση και αυτοκριτική στις Θέσεις του 12ου Συνεδρίου, στην εισήγηση και στην πολιτική απόφαση που ψηφίστηκε.
Το δεύτερο ζήτημα όπου έπρεπε να σταθεί αυτοκριτικά η ηγεσία του ΚΚΕ είναι η λαθεμένη στρατηγική που χάραξε το 11ο Συνέδριο. Η απόφαση του 12ου Συνεδρίου δε δίνει απάντηση σε αυτή τη λαθεμένη στρατηγική, δεν εξηγεί τους λόγους που οδήγησαν το 11 ο Συνέδριο να καθορίσει ως στρατηγικό στόχο τη «Δημοκρατική Κυβέρνηση της Πραγματικής Αλλαγής» και ούτε το γιατί δεν επιτεύχθηκε αυτός ο στόχος. Με βάση τις πιο πάνω εκτιμήσεις, η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ αποφασίζει: «Το ΚΚΕ έχει διακηρύξει ότι μοναδική λύση για να βγει ο τόπος από τα αδιέξοδα είναι η δημοκρατική κυβέρνηση...» (βλέπε Πολιτική Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1983). Η ηγεσία του ΚΚΕ βάζοντας το καθήκον της πάλης για « Δημοκρατική Κυβέρνηση» δεν προσδιόρισε ούτε τον ταξικό χαρακτήρα της εξουσίας της. Ένα προλεταριακό κόμμα, όμως, δεν μπορεί παρά να πάρει μέρος μόνο σε κυβέρνηση που θα είναι επαναστατική, θα είναι δηλ κυβερνητικό κόμμα που θα καθοδηγεί το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ο Β.!. Λένιν έλεγε ότι ένα προλεταριακό κόμμα συμμετέχει στην κυβέρνηση μόνο όταν εκπληρώνονται οι όροι της δικτατορίας του προλεταριάτου και της φτωχής αγροτιάς (τόμος 34, σελ 135). . Άρα μια τέτοια κυβέρνηση, σαν κι αυτή που καθόρισε το 11ο Συνέδριο, δε θα είναι παρά αστική δημοκρατική κυβέρνηση που - πιθανόν - θα εφαρμόζει πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων μέσα στα πλαίσια του συστήματος. Η κυβέρνηση αυτή από τη φύση της, από γεννησιμιού της, δεν μπορεί να προχωρήσει σε επαναστατικές αλλαγές. Γιατί δε θα έχει αλλάξει ο ταξικός χαρακτήρας του αστικού κράτους. Εδώ χρειάζεται να δούμε επίσης το πόσο κατηγορηματικός ήταν ο Λένιν στο ζήτημα αυτό με το παρακάτω κείμενο: «Πραγματικά, το να απαιτείς «συμμετοχή» των εργατών στην κυβέρνηση των Γκουτσκόφ-Μιλιουκόφ είναι ανοησία και θεωρητικά και πολιτικά: Το να συμμετάσχεις ως μειοψηφία θα σήμαινε να είσαι πιόνι, το να συμμετέχεις «ισότιμα» είναι αδύνατο, γιατί δεν μπορεί να συμβιβαστεί η απαίτηση για τη συνέχιση του πολέμου με την απαίτηση για τη σύναψη ανακωχής και την έναρξη διαπραγματεύσεων ειρήνης. Για να «συμμετέχεις» ως πλειοψηφία, πρέπει να έχεις τη δύναμη να ανατρέψεις την κυβέρνηση των Γκουτσκόφ-Μιλιουκόφ. Στην πράξη το αίτημα της «συμμετοχής» είναι ο χειρότερος λουιμπλανκισμός, δηλαδή σημαίνει ότι ξεχνάς την ταξική πάλη και τις πραγματικές συνθήκες της, παρασύρεσαι από την κούφια ηχηρή φρασεολογία, διαδίδεις αυταπάτες ανάμεσα στους εργάτες και χάνεις πολύτιμον καιρό σε διαπραγματεύσεις με το Μιλιουκόφ ή τον Κερένσκι, που πρέπει να τον χρησιμοποιήσεις για τη δημιουργία πραγματικής ταξικής και επαναστατικής δύναμης, της προλεταριακής πολιτοφυλακής, ικανής να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη σε όλα τα φτωχά στρώματα του πληθυσμού, που αποτελούν την τεράστια πλειονότητά του, να τα βοηθήσει να παλέψουν για ψωμί, ειρήνη και ελευθερία» (Άπαντα, τόμος 31 σελ 35).
Αφού προηγουμένως αποδείξαμε ότι το ΠΑΣΟΚ είναι αστικό κόμμα, που θέλει τη διατήρηση του καπιταλισμού, τι δουλειά έχει το ΚΚΕ στην κυβέρνηση μαζί του, αφού - υποτίθεται επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού; Κατά συνέπεια η στρατηγική του ΚΚΕ είναι λαθεμένη όταν επιδιώκει την αλλαγή με τη συνεργασία των «δημοκρατικών δυνάμεων» και κυρίως του ΠΑΣΟΚ. Κι ενώ όπως είδαμε ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΛΥΣΗ ήταν η «Δημοκρατική Κυβέρνηση», ξαφνικά βλέπουμε άλλο στόχο!!!
Στην απόφαση του 120υ Συνεδρίου διαβάζουμε:
«Αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Η αλλαγή αυτή, με το πρόγραμμά της για μια νέου τύπου οικονομική, κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ανάπτυξη είναι ο μόνος δρόμος που δίνει συγκεκριμένη προοδευτική λύση στα εκρηκτικά προβλήματα του λαού» (Πολιτική Απόφαση120υ Συνεδρίου, Μάης του 1987).
Και μια τρίτη διέξοδος: «Μόνη διέξοδος στις σημερινές συνθήκες ΝΕΟ ΚΛΙΜΑ ΜΕ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ». «(Ριζοσπάστης», 25 του Οχτώβρη 1987, οι υπογραμμίσεις δικές μας). Κατά την ηγεσία του ΚΚΕ, λοιπόν, υπάρχουν από το 1983 τρεις διαφορετικές μοναδικές διέξοδοι:
Φυσικά, μπορεί όποιος ενδιαφέρεται να μελετήσει την κατάσταση ορισμένων χωρών της Δυτικής Ευρώπης, όπου και δημοκρατικές κυβερνήσεις έγιναν και κοινά προγράμματα εφάρμοσαν και την απλή αναλογική έχουν ως εκλογικό σύστημα (π.χ. Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία κλπ). Μήπως έλυσαν τα προβλήματα των εργαζομένων και μήπως πρόσφεραν διέξοδο στην πολιτική και οικονομική κρίση; όχι. Η πείρα στις χώρες αυτές διδάσκει πως μόνο η οργάνωση των αγώνων του λαού δίνει λύση στα προβλήματα και στην κρίση.

Πολιτική απόφαση του 12ου Συνεδρίου και προοπτικές

Τον Οχτώβρη του 1985 το ΚΚΕ κάνει νέα εκτίμηση της θέσης του απέναντι στο ΠAΣΟK, με το επιχείρημα ότι αυτό έκανε δεξιά στροφή, με την ψήφιση της πράξης Νομοθετικού. Περιεχομένου και την άρνηση ψήφισης της απλής αναλογικής. Με βάση την προαναφερόμενη εκτίμηση, το ΚΚΕ άλλαξε στρατηγική και αντί για τη συνεργασία των δημοκρατικών δυνάμεων και «πριν απ' όλα του ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ» (συνέντευξη Χ. Φλωράκη, 20.2.84 στα «ΝΕΑ,,) κηρύσσει τη στρατηγική της συσπείρωσης των αριστερών δυνάμεων. Το ερώτημα είναι: Στο διάστημα πριν από το 1985 το ΠΑΣΟΚ ακολουθούσε αριστερή πορεία; Όταν το ΠΑΣΟΚ το 1983 υπόγραψε τη συμφωνία για τις Βάσεις ακολουθούσε αριστερή πορεία; Όταν το Δεκέμβρη του 1982 ψήφισε το Νόμο 1320 και μετο άρθρο 27 καθήλωσε τους μισθούς και τα μεροκάματα κι ετεροχρόνισε την Α Τ Α ακολουθούσε αριστερή πορεία; Το ΠΑΣΟΚ και πριν από το1985 ακολουθούσε συντηρητική πορεία, ανεξάρτητα από τις διακηρύξεις του. Ο Α. Παπανδρέου είχε δηλώσει ότι δε θα συνεργαστεί με το ΚΚΕ ούτε πριν ούτε και μετά τις εκλογές του 1981 (βλέπε συνέντευξη στην «Εξόρμηση", 15.2.81).
Όλα τα πιο πάνω το Π.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ και το Προεδρείο του 120υ Συνεδρίου τα αγνόησαν.
Ακόμα τον Ιούνη του 1984 διαβάζουμε την παρακάτω δήλωση του Χ. Φλωράκη: «Στις 17 του Ιούνη το βράδυ θα μετρήσουμε το άθροισμα όλων των δημοκρατικών δυνάμεων και θα είναι συντριπτικά ανώτερο από κείνο της Δεξιάς» «<Ριζοσπάστης», 8.6.1984).
Ο Χ. Φλωράκης πρόσθεσε τους ψήφους του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ ενάντια στους ψήφους της Δεξιάς. Δηλαδή, ισοπέδωση των δύο κομμάτων. Αυτή, όμως, η ισοπέδωση των δύο κομμάτων από το Χ. Φλωράκη έρχεται σ' αντίθεση με την Απόφαση του 11oυ Συνεδρίου, που εκτιμά ότι το ΠΑΣΟΚ «βελτιώνει» τους όρους εξάρτησης» της χώρας. «Η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ - αναφέρεται στην Απόφαση - και στο περιεχόμενό της και στο τρόπο άσκησής της δεν είναι πολιτική πραγματικής αλλαγής. Περιορίζεται στα πλαίσια μιας εκσυγχρονισμένης διαχείρισης του κρατικομονοπωλικού καπιταλισμού και της βελτίωσης των όρων εξάρτησης» (υπογράμμιση δική μας, βλέπε Πολιτική Απόφαση 11ου Συνεδρίου).
Έχουμε, λοιπόν, μια πολιτική βελτίωσης του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, όπως καθορίζει η απόφαση, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη θέση του Χ. Φλωράκη στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 20.2.84, όπου προτείνει συνεργασία «όλων των προοδευτικών δυνάμεων και πριν απ' όλα του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ για την αντιμετώπιση της κρίσης και της επίθεσης της Δεξιάς». Λογοδότησε ο Χ. Φλωράκης στο 120 Συνέδριο για την κατάφωρη παράβαση της Πολιτικής Απόφασης του 110υ Συνεδρίου; Όχι βέβαια. Το μεγάλο αυτό πολιτικό λάθος κουκουλώθηκε. Είναι αλήθεια ότι το ΠΑΣΟΚ συνέχισε τη συντηρητική του πορεία προς τα δεξιά, ιδιαίτερα στην οικονομική του πολιτική, με τη μονόπλευρη λιτότητα. Αυτή, όμως, η πορεία βρίσκεται μέσα στα πλαίσια που χάραξε το 11ο Συνέδριο, ότι «η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, όπως προαναφέραμε, και στο περιεχόμενό της και στον τρόπο άσκησής της δεν είναι πολιτική πραγματικής αλλαγής. Περιορίζεται στα πλαίσια μιας εκσυγχρονισμένης διαχείρισης του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού και της βελτίωσης των όρων εξάρτησης»,
Αν αυτή η εκτίμηση είναι σωστή για το Δεκέμβριο του 1982, πόσο πιο δεξιά μπορεί να πήγε τον Οχτώβρη του 1985; Η αλλαγή. της στρατηγικής για συσπείρωση των αριστερών δυνάμεων αντί της συνεργασίας των προοδευτικών και «πριν απ' όλα του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ» έπρεπε να είχε γίνει από το 11ο Συνέδριο και ακόμα νωρίτερα. Αυτή, όμως, η νέα στρατηγική χρειαζόταν νέα εκτίμηση για τη δράση του ΠΑΣΟΚ, για τα έργα του, και όχι για τις διακηρύξεις του. Ο Λένιν σχετικά με αυτό τονίζει: «Για να προσανατολιστεί κανείς μέσα στην πάλη των κομμάτων δεν πρέπει να πιστεύει τα λόγια, μα να μελέτά την πραγματική ιστορία των κομμάτων, να μελετά όχι μόνο εκείνο που τα κόμματα λένε για τον εαυτό τους, μα εκείνο που κάνουν, πώς ενεργούν στη λύση των διάφορων πολιτικών ζητημάτων...» (Διαλεχτά Έργα, τόμος 10ς, μέρος δεύτερο, σελ 262).
Η ηγεσία του ΚΚΕ καθυστέρησέ 4 ολόκληρα χρόνια, από το 1982 ως το 1985, για να «καταλάβει» ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι κόμμα αλλαγής, αλλά κόμμα εναλλαγής, χωρίς βέβαια να εξομοιώνεται με τη Νέα Δημοκρατία. Είναι πολλές οι διαφορές του ΠΑΣΟΚ από τη Νέα Δημοκρατία, κυρίως όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, και αυτό πρέπει να το λαβαίνουμε υπόψη. Όσο για την εσωτερική κατάσταση, το δικομματικό παιγνίδι εδραιώνεται Έπειτα απ' αυτή την καθυστέρηση, τις ταλαντεύσεις, την αλλοπρόσαλλη πολιτική, την έλλειψη μετώπου ενάντια στο ρεφορμισμό, θα ήταν λογικό το 120 Συνέδριο να χαράξει στρατηγική διεξόδου από την κρίση. Δυστυχώς με την απόφαση του 12ου Συνεδρίου ενώ διορθώνεται η στρατηγική με την πολιτική της συσπείρωσης των αριστερών δυνάμεων, οι στόχοι που βάζει και η πραχτική που ακολουθεί είναι δεξιότεροι κι από τούς στόχους του 11ου Συνεδρίου.

7. ΚΑΜΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟΣ

Η εισήγηση στο 12ο Συνέδριο καθώς και η Απόφαση καθορίζουν, σαν το μοναδικό δρόμο διεξόδου από τη σημερινή κρίση, τη δημιουργία του συνασπισμού των αριστερών δυνάμεων. Στο κεφάλαιο η «Αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό», διαβάζουμε: «Η αλλαγή αυτή, με το πρόγραμμμά της για νέου τύπου οικονομική, κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ανάπτυξη είναι ο μόνος δρόμος (υπογράμμιση δική μας) που δίνει συγκεκριμένη προοδευτική λύση στα εκρηκτικά προβλήματα του λαού». Και παρακάτω: «Η προώθηση της αλλαγής απαιτεί την κατάχτηση της λαϊκής πλειοψηφίας και της κυβερνητικής εξουσίας από το συνασπισμό των Δυνάμεων της Αριστεράς (υπογράμμιση δική μας) και της προόδου» (Πολιτική Απόφαση 120υ Συνεδρίου). Όσον αφορά την «Αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και την ανάπτυξη νέου τύπου σαν το μονόδρομο» στην ουσία δε δίνουν διέξοδο, δεν μπορεί να δώσουν διέξοδο, θα παραμείνουν ΛΟΓΙΑ! Η κατάχτηση της πλειοψηφίας και της κυβερνητικής εξουσίας, που σημαίνει κατάχτηση της Κοινοβουλευτικής Πλειοψηφίας, δηλαδή κοινοβουλευτικό πέρασμα στο σοσιαλισμό, δεν είναι δυνατό να γίνει σε χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι μέλος του ΝΑ ΤΟ και της ΕΟΚ και με μεγάλο ποσοστό μικροαστικού πληθυσμού. Εκτός από το γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί στρατηγικής σημασίας χώρα για το ΝΑΤΟ, υπάρχει και η δυσκολία στη δημιουργία του συνασπισμού των αριστερών δυνάμεων τόσο για αντικειμενικούς όσο και για υποκειμενικούς λόγους. Το ΚΚΕ ήταν, τουλάχιστον ως και στο 120 Συνέδριο, η μεγαλύτερη αριστερή πολιτική δύναμη. Το ΚΚΕ, όμως, όπως και στο παρελθόν άλλο τόσο και στο μέλλον, με την ίδια οπορτουνιστική γραμμή, όπως αυτή εκφράστηκε στο 120 Συνέδριο, ακόμα κι αν πετύχει κάποιο συνασπισμό, αυτός δε θα δώσει καμία ΔΙΕΞΟΔΟ στην οικονομική και πολιτική κατάσταση της χώρας, γιατί θα είναι συνασπισμός βελτίωσης του καπιταλιστικού συστήματος. Έτσι η κρίση, που επανειλημμένα έχουμε τονίσει - κρίση ηγεσίας και γραμμής συνεχίζεται και οξύνεται κι από το ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς, την ωμή καταπάτηση της εσωκομματικής δημοκρατίας και το πνίξιμο κάθε πρωτοβουλίας των μελών και στελεχών του ΚΚΕ.
Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι η αδιάκοπη συρρίκνωση των κομματικών δυνάμεων και η πτώση του κύρους και της επιρροής του ΚΚΕ μέσα στο λαό κι ειδικότερα στην εργατική τάξη. Δικαιολογημένα μπαίνει το ερώτημα: Τι κάνουν οι υγιείς δυνάμεις του ΚΚΕ μπροστά σ' αυτή την. κατάσταση; Πώς αντιδρούν; Εδώ δυστυχώς υπάρχει τραγική κατάσταση. Αμέτρητα είναι τα μέλη και στελέχη που διαφωνούν με αυτήν τη γραμμή και βρίσκονται σ' όλη την κλίμακα της ιεραρχίας. Αλλά δεν αντιδρούν σωστά. Περιορίζονται στο να εκφράσουν τη διαφωνία τους στα διάφορα όργανα όπου ανήκουν και περιμένουν τον «από μηχανής θεό» ν' αλλάξει την κατάσταση. Αυτή η ταχτική τους δίνει στην ηγεσία τη δυνατότητα να συνεχίζει το φραξιονιστικό της έργο απομονώνοντας όσους διαφωνούν κι όπου μπορεί τους καθαιρεί και τους διαγράφει. Έτσι οι εστίες αντίστασης όλο και λιγοστεύουν κι επικρατεί παντού κλίμα τρομοκρατίας, που φέρνει με τη σειρά του την απογοήτευση και το μαρασμό
Γιατί αντιδρούν έτσι τα μέλη και στελέχη του ΚΚΕ;
Γιατί η αντίδρασή τους δεν είναι πιο δυναμική, άρα πιο αποτελεσματική;
Ο κύριος λόγος είναι ο φόβος της διάσπασης. Κανείς δεν αποφασίζει να σηκώσει το τεράστιο βάρος, να πάρει την ιστορική ευθύνη και να βγάλει προς τα έξω τη διάσπαση που υπάρχει μέσα στο ΚΚΕ τουλάχιστον από το 1980.
Συνοψίζοντας μπορούμε ενδεικτικά να αναφέρουμε επίσης ορισμένα σημεία που δείχνουν χαρακτηριστικά τη λαθεμένη γραμμή της ηγεσίας του ΚΚΕ τόσο στη στρατηγική όσο και στην ταχτική:
1) Η εκτίμηση ότι το ΠΑΣΟΚ αποτελεί ιδιότυπο σοσιαλρεφορμιστικό κόμμα είναι λαθεμένη. Το ΠΑΣΟΚ είναι κόμμα εναλλαγής και όχι αλλαγής. Εκπροσωπεί μέρος του μεγάλου κεφαλαίου, μικρομεσαία στρώματα, μέρος της αγροτιάς κι έχει εγκλωβίσει μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης
2) Η αυτοδυναμία του ΠΑΣΟΚ δεν είναι η αιτία που δεν έγινε η αλλαγή. Η αλλαγή που επιδιώκει και έχει στόχο το ΠΑΣΟΚ προχωρεί και εκφράζεται στην ωραιοποίηση και στον εκσυγχρονισμό του συστήματος.
Η αλλαγή του ΠΑΣΟΚ είναι σειρά από μεταρρυθμίσεις, που έχουν γίνει στις ευρωπαϊκές χώρες από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αυτών των χωρών.
3) Η αυτοδυναμία του ΠΑΣOK επιδιώκει την εδραίωση του δικομματικού συστήματος, την υπονόμευση του εργατικού κινήματος και το χτύπημα των επαναστατικών δυνάμεων. Ιστορική αποστολή του ΠΑΣΟΚ είναι το θάψιμο του πραγματικού σοσιαλισμού στη χώρα μας και διείσδυση και το στέριωμα του ρεφορμισμού. Σε αυτό συνέβαλε και η ηγεσία του ΚΚΕ με τη συμβιβαστική πολιτική που ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια.
4) Το ΠΑΣΟΚ θέλει την Ελλάδα μέσα στο ΝΑΤΟ και στην ΕΟΚ, με ορισμένες αλλαγές στις σχέσεις του, για να δικαιολογεί την παραμονή της σ' αυτούς τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Απόδειξη ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα:
α) Η εμμονή στο 7:10 με την Τουρκία
β) Η «αγορά του αιώνα»
γ) Οι «διαπραγματεύσεις» και πάλι για την υπογραφή νέας συμφωνίας για την παραμονή των βάσεων, δηλώσεις υπουργών του ΠΑΣΟΚ ότι αν οι ΗΠΑ βοηθήσουν να λυθούν τα προβλήματα που έχουμε με την Τουρκία στην Κύπρο και στο Αιγαίο, τότε δεν έχουμε λόγους να φύγουμε από το ΝΑΤΟ.
Οι συμφωνίες του Νταβός και η όλη μεθόδευση που υπαγορεύτηκε από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ επαληθεύουν αυτές τις θέσεις. Η ηγεσία του ΚΚΕ με το αδιάκοπο και επίμονο κάλεσμα για συνεργασία, γενικά, με το ΠΑΣΟΚ και με την επιμονή της στη θέση ότι το ΠΑΣΟΚ είναι δύναμη αλλαγής έδωσε ουσιαστικά τη δυνατότητα στο ΠΑΣΟΚ να πραγματοποιήσει αυτό που έχουν πετύχει τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης, δηλαδή να αποχτήσει λαϊκή βάση, συρρικνώνοντας παράλληλα τη δύναμη των ΚΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

1. ΠΑΙΔΕΙΑ

Είναι γνωστό ότι στο ταξικό σύστημα, όπου κυριαρχεί ο νόμος του κέρδους, των διακρίσεων, των άνισων ευκαιριών, όπου οι ηθικές και γενικότερα κοινωνικές αξίες και θεσμοί καταρρέουν, η νεολαία στη μεγάλη της πλειονότητα αρνείται να ενταχτεί σ' αυτό το σύστημα και να το αποδεχτεί. Κι αυτό γίνεται με διάφορους τρόπους. Είτε με αγώνες και συγκρούσεις, είτε με την ατομική «λύση», την περιθωριοποίηση, τη «διέξοδο» των ναρκωτικών και, τέλος, την άρνηση του συνηθισμένου τρόπου ζωής, την καταφυγή στα μπαρ, στις δισκοθήκες κλπ, Τις περισσότερες φορές η άρνηση του τρόπου ζωής που επιβάλλει το σύστημα συνοδεύεται από γενική αμφισβήτηση και ισοπέδωση των πάντων. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η παρέμβασή μας για οργανωμένο νεολαιίστικό κίνημα, και επιτακτικό το καθήκον η πάλη της νεολαίας για νέο κοινωνικό σύστημα ισότητας, ελευθερίας και δημιουργικής άμιλλας να συνδέεται πολιτικά με την πάλη της εργατικής τάξης, που, χάρη στο χαρακτήρα της, θα δίνει συνέχεια και προοπτική σ' αυτό τον αγώνα. Η ιστορική πείρα διδάσκει ότι όπου η σύνδεση κι ο συντονισμός του νεολαιίστικου κινήματος με την εργατική τάξη δεν επιτεύχθηκε, είχαμε πισωγυρίσματα, εκφυλισμούς, απογοητεύσεις και φαινόμενα επανένταξης στο εκ μεταλλευτικό σύστημα.
Βέβαια, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι και στη νεολαία από την άποψη της προέλευσης υπάρχει διαστρωμάτωση όπως και στο υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Δεν υπάρχει, όμως, στη νεολαία, ακόμα, πλήρης ταξικός διαχωρισμός. Παράλληλα το μεγαλύτερο μέρος της νεολαίας δέχεται τα πιο ισχυρά πλήγματα από τις αλλεπάλληλες καπιταλιστικές κρίσεις και είναι το πιο ευαίσθητο κοινωνικό στρώμα. Σήμερα η κυβέρνηση και μέρος των καθηγητών με τη συνδρομή ή την ανοχή φοιτητικών παρατάξεων είναι αποφασισμένοι να εφαρμόσουν τις βασικές πλευρές του αστικού σχεδίου, που οι βασικές πλευρές του είναι οι ακόλουθες:
Πρώτα απ' όλα το τσάκισμα κάθε αντίστασης των φοιτητών και η κατασυκοφάντηση των αγώνων τους. Άμεσος στόχος είναι να τεθούν στο περιθώριο οι ιδέες και εκείνη η πραχτική που είναι δυνατό να δώσει στη δυσαρέσκεια των φοιτητών επικίνδυνες για το σύστημα διεξόδους. Όσοι, λοιπόν, υιοθετούν τέτοιες ιδέες και πραχτική είναι "φασιστοειδή», έγραψε πρόσφατα το«ΒΗΜΑ», έχουν «ψυχολογικά προβλήματα», όπως είπε ο μασόνος καθηγητής Τάσιος, «υπονομεύουν το κοινό συμφέρον», όπως δήλωσε ο κ. Ευθυμίου, «καταλύουν τη δημοκρατία», όπως είπαν ο κ. Τρίτσης και η κ. Τσουδερού. Όλοι αυτοί έχουν συνασπιστεί ενάντια σε κάθε απόπειρα για έξοδο και επαναστατική προοπτική. Οι στόχοι τους ως εκπροσώπων της αστικής τάξης, δεν περιορίζονται μόνο στο πανεπιστήμιο. Η μεγάλη τους αγωνία είναι η προοπτική, οι ιδέες και η πραχτική που αναφέραμε να μη ριζώσουν και σε άλλους κοινωνικούς χώρους. Έτσι με την κατασυκοφάντηση των Φοιτητικών αγώνων προσπαθούν να επιβάλουν σε ολόκληρη την κοινωνία τέτοια πλαίσια συμπεριφοράς που να είναι ανεκτά ή ανώδυνα για το σύστημα που υπερασπίζονται

2. ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ

Τα ΕΟΚικά προγράμματα είναι ο πιο σημαντικός μοχλός για την προώθηση της αναδιάρθρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και παράλληλα μας φέρνουν, χωρίς μεγάλο κόστος, πιο κοντά στην τεχνολογική επανάσταση που τόσο έχει προχωρήσει στην Ευρώπη. Το βασικό επιχείρημα, απ' όλες τις πλευρές, είναι ότι η ανταπόκριση στην τεχνολογική πρόκληση της εποχής θα μειώσει την τεχνολογική μας εξάρτηση και θα συμβάλει έτσι στην «εθνική ανεξαρτησία». Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απάτη. Ακόμα και οι επίσημες επιστημονικές έρευνες πιστοποιούν ότι με τη μεταφορά τεχνολογίας το χάσμα ανάμεσα στις πιο αναπτυγμένες και τις «υπό ανάπτυξη» καπιταλιστικές χώρες μεγαλώνει Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά σ' όλα αυτό τα ερευνητικά προγράμματα που γίνονται στα ελληνικά ΑΕΙ: Θα διαπιστώσει ότι πρόκειται για τμήματα πολύ μεγαλύτερων προγραμμάτων και ότι όσα λέγονται για «αυτοδύναμη τεχνολογική ανάπτυξη» είναι υποκρισίες. Σήμερα και κυρίως με αυτά τα προγράμματα προωθείται ο διαχωρισμός των πανεπιστημίων σε διάφορα επίπεδα. Άλλες σχολές θα υποβιβάζονται και άλλες θα αναβιβάζονται σύμφωνα με τις επιλογές των ΕΟΚικών επιτελείων. Βέβαια, ο διαχωρισμός αυτός άτυπα υπήρχε και πριν, αλλά σήμερα αυτός ο διαχωρισμός με τα Προγράμματα Διαπανεπιστημιακής Συνεργασίας και το Πανευρωπαϊκό Δίκτυο Εκπαιδευτικών Μονάδων του ΕΡΑΣΜΟΣ, με την κατανομή των χρηματοδοτήσεων από το COMET, αλλά και τα άλλα ερευνητικά προγράμματα (π.χ. ESPRIT, EUREKA, RACE κλπ.), επισημοποιείται και θεσμοθετείται
Διαμορφώνεται παράλληλα κατηγορία φοιτητών, λίγων και «εκλεκτών», που θα παίρνει μέρος σ'αυτά τα προγράμματα. Η υπόλοιπη μεγάλη κατηγορία θα αρκείται σε ένα πτυχίο � εισιτήριο για την ανεργία - στις περισσότερες περιπτώσεις.
Τέλος, με τα ΕΟΚικά προγράμματα προωθείται η άμεση σύνδεση πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, και είναι επόμενο οι χρηματοδοτήσεις να πηγαίνουν στα πιο «αποδοτικά» πανεπιστήμια. Πρόσφατα, μάλιστα, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξάγγειλε το «πριμ παραγωγικότητας» για τα πανεπιστήμια.
Τα ΕΟΚικά προγράμματα αποτελούν σημαντικό μοχλό για την προώθηση της αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης. Δεν είναι, όμως, και μοναδικός. Η πολυδιαβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή η δημιουργία σχολών αναβιβασμένων, προτύπων και άλλων υποβιβασμένων «πάρκινγκ» ανέργων - απαιτεί και άλλες ρυθμίσεις:
1) Την ένταση της ταξικής επιλογής με τη «σταθεροποίηση προς τα κάτω» του αριθμού εισακτέων και την αποθάρρυνση αυτών που ήδη σπουδάζουν να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους.
Οι περικοπές των δαπανών για τη φοιτητική μέριμνα, το κόψιμο των μεταγραφών, η εντατικοποίηση και οι εσωτερικοί κανονισμοί ακριβώς σ' αυτή την αποθάρρυνση αποβλέπουν. 2) Το νόμο για τις στρατολογικές υποχρεώσεις, που περιορίζει τις αναβολές, οδηγεί τους μαθητές από τα σχολεία στους στρατώνες, διατηρεί την εξαντλητική θητεία, απαγορεύει τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες των στρατευμένων.
3) Την καθιέρωση ιδιαίτερης μεταπτυχιακής βαθμίδας, απ' όπου διαμορφώνεται υπερεξειδικευμένη «αφρόκρεμα», και παράλληλα την οργάνωση έρευνας σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου.
Όλες αυτές τις πλευρές τις έφερε στο προσκήνιο η πρόσφατη φοιτητική αναταραχή. Το νέο ρεύμα που αναπτύχθηκε μέσα στους εκπαιδευτικούς χώρους με πρωταγωνιστές τους συντρόφους των Αριστερών Συσπειρώσεων αποκάλυψε πως η «αναβάθμιση» που προωθούν οι δυνάμεις του κατεστημένου και τη χειροκροτούν οι συμβιβασμένες αριστερές ηγεσίες των κομμάτων δεν είναι τίποτε άλλο παρά απάτη.
Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις στάθηκαν αφορμή για να γίνουν τα προβλήματα της παιδείας τεράστιο πολιτικό θέμα. Σήμερα είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτές οι λύσεις που θα δοθούν από μαγειρέματα και συμφωνίες ανάμεσα στα μεγάλα κόμματα. Το ανεξάρτητο και οργανωτικά ακηδεμόνευτο κίνημα των φοιτητών και των σπουδαστών έμαθε και θα μάθει καλύτερα ότι μπορεί να επιβάλει τους όρους του με τους αγώνες του. Προοπτική δίνει ο επιστημονικός σοσιαλισμός χωρίς παραμορφώσεις και αναθεωρήσεις. Μέσα από τους αγώνες καινούριοι φοιτητές πήραν μέρος για πρώτη φορά σε συλλογικές διαδικασίες, δοκίμασαν πραχτική αγώνων και μορφώθηκαν μέσα σ' αυτούς. Τα βασικά ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού για ατομική λύση, ανταγωνισμό και ιδιώτευση χτυπήθηκαν στην πράξη και αποδείχτηκε η αφερεγγυότητά τους. Καινούριες ιδέες κυκλοφόρησαν και συζητήθηκαν από περισσότερους φοιτητές, και οικοδομείται σταθερά η εμπιστοσύνη στη δύναμη της συλλογικής δράσης.
Οι δυνάμεις μας μέσα στις Φοιτητικές Αριστερές Συσπειρώσεις θα παλέψουν ώστε να σπάσουν τα δεσμά του κεφαλαίου στην παραγωγή και στη συστηματοποίηση της γνώσης, για την ανάπτυξη μορφωτικών κινήσεων από τους εργαζομένους και τη νεολαία, πέρα από και ενάντια στις ανάγκες του σημερινού κοινωνικού συστήματος, με στόχο ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, που θα λύσει όλα τα προβλήματα που δημιουργεί και συντηρεί το τωρινό κοινωνικό σύστημα. Για τον επιστημονικό σοσιαλισμό.

3. Η ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΗ ΝΕΟΛΑΙΑ

Είναι ανάγκη η νεολαία στο σύνολό της να διακρίνει την υπεροχή του σοσιαλισμού, πρέπει με υπομονή και επιμονή να εξηγούμε στους νέους και ειδικότερα στην εργαζόμενη νεολαία ότι ο καπιταλισμός, παρά τις όποιες «ευκαιρίες» που δίνει σε λίγους, παρά τη δυνατότητά του να «ξεπερνά» κάποιες κυκλικές κρίσεις, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην προοπτική που έχει ο σοσιαλισμός: Στη δίκαιη κατανομή όλων των αγαθών και στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Στην αρχή «ο καθένας σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Είναι γνωστό πως στον καπιταλισμό ανθεί η ανεργία, που βοηθάει στη μεγαλύτερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με τη δημιουργία μόνιμης στρατιάς ανέργων, που μεγάλο μέρος της αποτελείται από τη νεολαία.
Μέσα στη μόνιμη αυτή στρατιά των ανέργων, όπου για μια θέση δουλειάς ο νέος υποβάλλεται σε στυγνή εκμετάλλευση, οι νέοι και οι νέες της πατρίδας μας πληρώνουν ακριβά την ολόπλευρη κρίση του καπιταλισμού, ιδιαίτερα την οικονομική, που στη χώρα μας γίνεται πολυπλοκότερη επειδή υπάρχει η εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό και η παραμονή μας στην ΕΟΚ των μονοπωλίων.
Κρίση υπάρχει, όμως, και στον πολιτισμό. Συνάμα η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα και το άγχος κυριαρχούν στη μεγάλη πλειονότητα των νέων σε τέτοιο βαθμό ώστε αυτά επιδρούν αρνητικά και στην ατομική συμπεριφορά πολλών νέων ανθρώπων. Ορισμένοι νέοι οδηγούνται στους ψεύτικους παραδείσους των ναρκωτικών και στην απομόνωση, και άλλοι αποπροσανατολίζονται σε χώρους «ψυχαγωγίας», όπου την πρώτη θέση την έχουν τα «σκυλάδικα» ή οι δισκοθήκες κλπ.
Αυτό το κομμάτι της νεολαίας οδηγείται τελικά στην περιθωριοποίηση και στην άρνηση κάθε αξίας. Η υποκουλτούρα κυριαρχεί στις τέχνες και ιδιαίτερα στη μουσική. Αυτή η οδυνηρή κατάσταση, η ανεργία, η υποαπασχόληση, η μείωση της αγοραστικής αξίας του εισοδήματος της εργαζόμενης νεολαίας και η απόγνωση από την έλλειψη εναλλακτικής λύσης οδηγεί τους νέους στην απελπισία και πολλές φορές ακόμη και στην αυτοκτονία. Όλα αυτά είναι έργο της άρχουσας τάξης. Τι κάνει, όμως, η κομμουνιστική Αριστερά για να αλλάξει αυτή την κατάσταση:Αρκείται σε γενικόλογες καταγγελίες, που δε φτάνουν για να οδηγήσουν τη νεολαία στην προοδευτική, κοινωνική και πολιτική δράση. Η νεολαία, όμως, τι κάνει; Δέχεται παθητικά όλη αυτή την κατάσταση; Όχι. Μεγάλο μέρος της αντιστέκεται και παλεύει, για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης. Στη διάρκεια της εφτάχρονης αμερικανοκίνητης φασιστικής δικτατορίας έδωσε μαχητικό «παρών» και δημιούργησε το Έπος του ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ. Αλλά και μετά το γκρέμισμα της Χούντας η νεολαία πάλεψε για την απομάκρυνση της Δεξιάς από τη διακυβέρνηση της χώρας.
Μεγάλο τμήμα της εργαζόμενης νεολαίας στάθηκε στο πλευρό της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων για να αλλάξει πορεία ο τόπος, για να προχωρήσει η αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή συσπείρωση και πάλη, ακολουθώντας στην πλειονότητα της σοσιαλιστικά ιδανικά και διακηρύξεις.
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στη διακυβέρνηση της χώρας η άρχουσα τάξη προσπάθησε να περάσει στη νεολαία την άποψη ότι ο σοσιαλισμός άρχισε τάχα να χτίζεται και στην Ελλάδα και πως τώρα πια δε χρειάζονται κοινωνικοί ή απεργιακοί αγώνες, γιατί θα έκαναν, λέει, ζημιά στην προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να κάνει το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό!
Στην πορεία, όμως, η εργαζόμενη νεολαία, όπως άλλωστε και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι, διαπίστωσε πως ο σοσιαλισμός δε γίνεται με διακηρύξεις, και πως αυτό που θέλει να πετύχει η άρχουσα τάξη με διάμεσο το ΠΑΣΟΚ είναι να εκσυγχρονίσει τον καπιταλισμό στην πατρίδα μας, ώστε στις σύγχρονες συνθήκες να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προξενήσει απογοήτευση, να καλλιεργήσει το μηδενισμό, τη δυσπιστία και πολλές φορές την απροθυμία για οργανωμένη πάλη.
Οι πιο συνειδητοί από την εργαζόμενη νεολαία, που συνήλθε πρώτη, άρχισαν να αναζητούν νέες διεξόδους.
Η εργατική νεολαία βλέπει ότι η κοινοβουλευτική Αριστερά έχει ενσωματωθεί στο αστικό σύστημα και πως κερδισμένη από αυτή την κατάσταση βγαίνει η άρχουσα τάξη. Συνάμα η επίσημη Δεξιά («Νέα Δημοκρατία») άρχισε να κερδίζει έδαφος μέσα σ' αυτόν το συμβιβασμό και μέρος της εργαζόμενης νεολαίας έχει παρασυρθεί από τη δημαγωγία του νεοφιλελευθερισμού που προβάλλει η «Ν.Δ.».
. Τα κόμματα της Αριστεράς, και κυρίως το ΚΚΕ, δέσμια της ρεφορμιστικής πολιτικής τους γραμμής και της δεξιάς - αντιδεξιάς προπαγάνδας όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις της εποχής μας, παρά με διάφορους τρόπους έβαλαν κι εμπόδια στην οργανωμένη αντίσταση που πρόβαλαν πρωτοπόρα τμήματα της νεολαίας (π.χ. στις Φοιτητικές Συσπειρώσεις κλπ.).
Η ακατάσχετη δημαγωγία και οι υποσχέσεις για παροχές, ευκαιρίες, βόλεμα κλπ. βρήκαν έδαφος σε ορισμένο στρώμα της νεολαίας που αναζητούσε άμεση διέξοδο από την κρίση και δεν άντεχε άλλο.
Ταυτόχρονα, όμως, μέσα στη νεολαία γίνονται μεγάλες ανακατατάξεις, που δεν είναι ορατές από τον πολύ κόσμο.
Βλέπουμε ότι αρκετά τμήματα της νεολαίας, επειδή δε βρίσκουν διέξοδο στα σημερινά πολιτικά κόμματα, αυτοοργανώνονται κυρίως μέσα στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, στα σχολεία, στους τόπους δουλειάς και ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους στους φοιτητές, στα σωματεία κλπ. τα πρώτα κύτταρα για φορέα πέρα από τα συμβιβασμένα αριστερά κόμματα σε μέτωπο πάλης ενάντια στην άρχουσα τάξη και στους συνειδητούς συμβιβασμένους αριστερούς πολιτικούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

1. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Ο καπιταλισμός στην προσπάθειά του να ξεπεράσει την κρίση του εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και συγχρόνως αναζητεί και νέες μεθόδους που θα τον υποβοηθούν να περνάει τις κρίσεις του πιο ανώδυνα και που έχουν εφαρμοστεί στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες είτε από σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις είτε από αστικοφιλελεύθερες. Αιχμή των νέων μεθόδων είναι ορισμένες αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, δηλαδή στις σχέσεις εργαζομένων - εργοδοτών. Η εργατική τάξη της χώρας μας δοκιμάστηκε και παλαιότερα από τις κυβερνήσεις της «Νέας Δημοκρατίας» με την πολιτική λιτότητας και από το1983 με το Ν. 1320182, που απαγόρευε τις αυξήσεις στους εργαζομένους για όλο το 1983 «<στενωπός '83»). Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στηριγμένη στο γεγονός ότι το εργατικό κίνημα δεν αντέδρασε ουσιαστικά στην πολιτική της λιτότητας του 1983, προχώρησε παραπέρα στην αντιλαϊκή της οικονομική πολιτική, όπου, με την εφαρμογή της πράξης νομοθετικού περιεχομένου τον Οχτώβρη του 1985, απαγόρευε τις αυξήσεις στους εργαζομένους για δυόμισι χρόνια και καταργούσε ουσιαστικά το δικαίωμα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων από τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Αυτή η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ υπαγορεύτηκε από την ΕΟΚ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλους ιμπεριαλιστικούς, οικονομικούς οργανισμούς, στα πλαίσια του εναρμονισμού και συντονισμού των κυβερνήσεων των καπιταλιστικών κρατών για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση, εφαρμόζοντας πολιτική σκληρής λιτότητας και περιορισμού των δημόσιων δαπανών. Πολιτική που είχε ως άμεσα αποτελέσματα τη σημαντική αύξηση των κερδών των βιομηχάνων, την άνοδο της ανεργίας και τη σοβαρή μείωση της αγοραστικής δύναμη ςτου εισοδήματος των εργαζομένων. Η αύξηση του αριθμού των ανέργων (υπολογίζονται σήμερα σε 350.000) υποβοήθησε παραπέρα τους καπιταλιστές να συμπιέσουν το εισόδημα των εργαζομένων, μια και πλεονάζουν εργαζόμενοι στην αγορά εργασίας, επίσης δημιούργησε τεχνητές αντιπαραθέσεις μεταξύ των εργαζομένων στην αγορά εργασίας που είναι στην παραγωγή και εργαζομένων που είναι άνεργοι.
Οι εργαζόμενοι τα χρόνια 85-87 έχασαν πολλά δισεκατομμύρια και μειώθηκε σημαντικά η πραγματική αξία του εισοδήματός τους.
Η εφαρμογή αυτής της οικονομικής πολιτικής είναι πολιτική διαχείρισης του συστήματος και φορτώματος των συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων. Για να περάσει αυτή η πολιτική έγιναν οι γνωστές δικαστικές παρεμβάσεις στη ΓΣΕΕ με το διορισμό δοτής διοίκησης, καθώς και άλλες δικαστικές παρεμβάσεις στο εργατικό κίνημα, όπως απαγόρευση απεργιών. Ακόμη και τα διαιτητικά δικαστήρια χρησιμοποιήθηκαν για το σταμάτημα των αγώνων.
Συγχρόνως εντάθηκε ο αυταρχισμός και η τρομοκρατία, χιλιάδες πρωτοπόροι εργάτες απολύθηκαν, τα ΜΑΤ χρησιμοποιήθηκαν πολλές φορές ενάντια σε απεργούς, Π.χ. στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ κλπ. Επίσης οι εκβιασμοί συνειδήσεων και το ρουσφέτι έγιναν μόνιμα φαινόμενα.
Η ιδεολογική επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη εντάθηκε και όσοι αγωνιστικά αντιδρούσαν στην αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζονταν σαν συντεχνίες, υψηλόμισθοι, «ρετιρέ», υπονομευτές της αλλαγής κλπ. Παράλληλα καλλιεργήθηκαν αστικές αντιδραστικές θεωρίες ότι τάχα για την κρίση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας δεν ευθύνεται το ίδιο το σύστημα και ο εκμεταλλευτικός του χαρακτήρας, αλλά φταίνε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, που καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν και πως οι εργαζόμενοι είναι τεμπέληδες κι αντιπαραγωγικοί. Βάσει, λοιπόν αυτής της (αστικής) θεωρίας και λογικής πρέπει να εφαρμοστεί πολιτική σκληρής λιτότητας.
Επίσης αναπτύχθηκαν και άλλες θεωρίες ότι τάχα φταίνε το εργατικό κίνημα και οι ψηλοί μισθοί ορισμένων τμημάτων των εργαζομένων για την κρίση του συστήματος, και πρέπει να γίνει συμπίεση των εισοδημάτων προς τα κάτω.
Όλες αυτές οι αστικές θεωρίες προβλήθηκαν από τα κυβερνητικά επιτελεία, τους εκπροσώπους των βιομηχάνων, τον αστικό Τύπο και κυρίως από την «Αυριανή», το «Δημοκρατικό Λόγο» και άλλες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες.
Όλες αυτές οι αστικές θεωρίες έχουν σκοπό να αποκρύψουν την ταξική φύση του συστήματος και να προετοιμάσουν το έδαφος για το χτύπημα του εργατικού κινήματος και την εφαρμογή πολιτικής λιτότητας μόνιμα.
Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, χέρι με χέρι με το Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών και τη σύμφωνη γνώμη της «Νέας Δημοκρατίας», προωθεί ορισμένες αλλαγές στις σχέσεις εργαζομένων και εργοδοτών.
Οι αλλαγές αυτές έχουν σκοπό να καταργήσουν την πενθήμερη εβδομάδα απασχόλησης και τις 35 ή 40 ώρες που ισχύουν, ανάλογα με τον κλάδο, και να προωθήσουν τη μερική απασχόληση, το ωρομίσθιο, το φασόν, τη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας, την τέταρτη βάρδια στα εργοστάσια κλπ., δηλαδή θέλουν να διασπάσουν την ενότητα της εργατικής-τάξης στη βάση της, ξεκινώντας από τους εργαζομένους στη βιομηχανία και φτάνοντας στους εργαζομένους στο Δημόσιο.
Έτσι, με την εφαρμογή αυτών των μέτρων στους τόπους δουλειάς, έχουμε το φαινόμενο εργαζόμενοι να εκτελούν την ίδια εργασία κάτω από διαφορετικές συνθήκες και να αμείβονται διαφορετικά, π.χ.: α) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται με πενθήμερη απασχόληση, 40 ώρες δουλειά. β) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται μόνο τα Σαββατοκύριακα. γ) Εργαζόμενοι που θα εργάζονται με την ώρα (ωρομίσθιο). δ) Εργαζόμενοι με μερική απασχόληση, δηλαδή όταν έχει δουλειά η βιομηχανία θα εργάζονται, όταν δεν έχει δε θα εργάζονται.
Επιπλέον με αυτά τα μέτρα επιδιώκουν να διασπάσουν τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της εργατικής τάξης στους τόπους δουλειάς, π.χ. σε ένα εργοστάσιο ιματισμού που ως τώρα απασχολούσε 400 εργαζομένους, με την καθιέρωση του φασόν μπορεί ο αριθμός των εργαζομένων να μειωθεί στους 300 και 100 εργαζόμενοι να απασχολούνται στο σπίτι τους με τη μέθοδο του φασόν (παραγωγή με το κομμάτι).
Η λεγόμενη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας είναι απάτη στον καπιταλισμό, και αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι η εντατικοποίηση της εργασίας.
Τα πριμ παραγωγικότητας, που προβλέπεται να δίνονται στους εργαζομένους, δε θα δίνονται όταν μια βιομηχανία αυξήσει την παραγωγή της από τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής (προμήθεια καινούριων μηχανών και μηχανημάτων, καλύτερη οργάνωση της παραγωγής). Σε αυτή την περίπτωση θεωρείται ότι το πριμ ανήκει στην επιχείρηση που έκανε την επένδυση.
Αντίθετα, τα πριμ θα δίνονται όταν αυξηθεί η παραγωγή χωρίς να βελτιωθούν οι συνθήκες παραγωγής, αλλά από την αύξηση της έντασης της εργασίας, δηλαδή από την εντατικοποίηση και το ανέβασμα της νόρμας παραγωγής.
Αυτό σημαίνει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης (συνθήκες εργασίας, ποιότητα ζωής).
Στην πράξη αυτό που θέλει η άρχουσα τάξη είναι οι εργαζόμενοι να προσπαθούν με κάθε τρόπο να αυξήσουν την παραγωγή εντείνοντας την εργασία τους για να πάρουν το πριμ, και μεταξύ τους να δημιουργούνται αντιθέσεις και αυταπάτες ότι θα λύσουν εν μέρει το πρόβλημά τους όταν δουλεύουν πιο εντατικά (εξαντλητικά). Επιπλέον η αύξηση της παραγωγής από την εντατικοποίηση θα οδηγήσει τους βιομηχάνους στο να ανεβάσουν πιο ψηλά τη νόρμα παραγωγής (αφού όλοι οι εργαζόμενοι εντείνοντας την εργασία τους θα πιάσουν τη νόρμα).
Έτσι εντείνεται ακόμα περισσότερο ο βαθμός εκμετάλλευσης, το πέρασμα της εντατικοποίησης οδηγεί στην αύξηση του αριθμού των εργατικών ατυχημάτων (ουσιαστικά των εργοδοτικών εγκλημάτων) και στο πέρασμα από την πίσω πόρτα της αύξησης του εργάσιμου χρόνου με τις υπερωρίες.
Στα πλαίσια του καπιταλισμού είναι αυταπάτη να πιστεύουν οι εργαζόμενοι ότι οι καπιταλιστές θα τους αφήσουν να συμμετέχουν με ίσους όρους στον έλεγχο της παραγωγής και στο ύψος του πριμ.
Τέτοιες συμμετοχές αντικειμενικά δεν μπορεί να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, και μόνο στην εδραίωση ρεφορμιστικών αυταπατών μπορεί να οδηγήσουν.
Η λεγόμενη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας σε πρώτη φάση έχει αρχίσει να εφαρμόζεται στις βιομηχανίες, και σκοπεύουν να την εφαρμόσουν μελλοντικά σε όλο το φάσμα της παραγωγής (ιδιωτικό και δημόσιο τομέα). Και πέρα από το πέρασμα της εντατικοποίησης έχουν έναν άλλο μακροπρόθεσμο στόχο: Να οδηγήσουν στην κατάργηση του δικαιώματος για υπογραφή των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας από το συνδικαλιστικό κίνημα, και κάθε εργαζόμενος να υπογράφει την ατομική του σύμβαση εργασίας με τον εργοδότη του.
Τα μέτρα αυτά, που τα εισηγήθηκε η κυβέρνηση στο ΕΣΑΠ τον Ιούλη του 1986, δεν έχουν ακόμα νομοθετηθεί, στην πράξη όμως έχουν εφαρμοστεί σε πολλά -εργοστάσια, Π.χ. μερική απασχόληση στην ΕΤΜΑ, ΦΑΜΑΡ, ΑΓΕΤ «ΗΡΑΚΛΗΣ» κλπ., η τέταρτη βάρδια στην ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠATPAΪΚH, ΑΙΓΑΙΟΝ κλπ.
Τα μέτρα αυτά έχουν σχέση με τις διαδικασίες που άρχισαν για την ενιαία αγορά της ΕΟΚ του 1992, και εφαρμόζονται από το 1980 στις Η ΠΑ, Μ. Βρετανία, Ιαπωνία, από Το 1983 στη Δυτ. Γερμανία και από το 1986 στη Γαλλία και στις άλλες χώρες της ΕΟΚ.
Από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) προκύπτει ότι συνολικά στις χώρες του κεφαλαίου που είναι μέλη του η μερική απασχόληση αυξήθηκε από 16,6% το 1973 σε 20% το 1983, στις ΗΠΑ από 13,9% που ήταν το 1973 σε 25% το 1986.
Η πρωθυπουργός της Αγγλίας κ. Μ. Θάτσερ περηφανεύτηκε ότι κατόρθωσε να μειώσει σε 5 χρόνια τον αριθμό των συνδικαλισμένων εργατών κατά 2 εκατομμύρια, και ο Ρέιγκαν ότι μείωσε το ποσοστό των συνδικαλισμένων από 20% το 1980 σε 16,6% το 1984.
Τα πιο πάνω μέτρα εντάσσονται στην προσπάθεια του καπιταλισμού να προσαρμοστεί στις αλλαγές που επιφέρουν η επιστημονικοτεχνική επανάσταση και οι νέες τεχνολογίες στην παραγωγή, ώστε, βελτιώνοντας ή αλλάζοντας το παλιό σύστημα οργάνωσης της παραγωγής (το σύστημα της βάρδιας 8ωρης ή 7ωρης απασχόλησης), να οργανώσει με καινούριο τρόπο την παραγωγή (κύκλοι ποιότητας, σύστημα αξιολόγησης, ελαστικό ωράριο κλπ.) και το εργατικό κίνημα να χτυπήσει και να εντατικοποιήσει την παραγωγή, για να ανταποκριθεί στο σύγχρονο ανταγωνισμό, μειώνοντας το κόστος παραγωγής κατά επιχείρηση, εντείνοντας την εκμετάλλευση και το ξεθέωμα της εργατικής τάξης.
Ακόμα η εργατική τάξη στη χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όπως το θέμα της κατοικίας και των ενοικίων, μια και περισσότεροι εργαζόμενοι δεν έχουν δική τους στέγη και ένα μεγάλο ποσοστό του εισοδήματός τους πηγαίνει για πληρωμή ενοικίου. Όσοι πάλι εργαζόμενοι αποχτούν κατοικία, πέρα από τους λίγους που την αποχτούν με την εργατική εστία, οι περισσότεροι την πληρώνουν με υψηλότοκα δάνεια τη στιγμή που η οικονομική ολιγαρχία παίρνει δάνεια δανεικά και αγύριστα.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η διαρκής άνοδος του τιμαρίθμου, με αυξήσεις των τιμών κυρίως στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, καθώς και η ουσιαστική κατάργηση της Α Τ Α από την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Όλα αυτά οδηγούν στην παραπέρα χειροτέρευση της κατάστασης της εργατικής τάξης (βιοτικό επίπεδο, ποιότητα ζωής, συνθήκες εργασίας και διαβίωσης κλπ.) και στο μεγάλωμα του ανοίγματος της ψαλίδας μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Υπολογίζεται ότι την τριετία 85-87 οι εργαζόμενοι έχασαν τουλάχιστον 300 δισεκατομμύρια δρχ., που πήγαν στις τσέπες των βιομηχάνων και του αστικού κράτους, από την εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Μπροστά σε αυτήν την επίθεση της άρχουσας τάξης, που γίνεται κυρίως με διάμεσο την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ενάντια στα δικαιώματα της εργατικής τάξης και για το πέρασμα του ρεφορμισμού στις γραμμές της, η εργατική τάξη απάντησε με σοβαρούς αγώνες για την άνοδο του βιοτικού της επιπέδου, για την απόκρουση της πολιτικής και οργανωτικής της διάσπασης, ενάντια στο πέρασμα του ρεφορμισμού στις γραμμές της. Αλλά η επίσημη Αριστερά (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ., που τώρα διασπάστηκε σε ΕΑΡ και ΚΚΕ εσ. Α.Α.) αντί να ακούσει τη φωνή της εργατικής τάξης και να οργανώσει την πάλη της ενάντια στην άρχουσα τάξη και στο ρεφορμισμό , δέσμια των μικροαστικών της αυταπατών για το ρόλο του ΠΑΣΟΚ, δεν έπαψε να φλερτάρει το ΠΑΣΟΚ για τη συμμετοχή της σε «Δημοκρατική Κυβέρνηση» και στην πράξη δεν ήρθε ποτέ σε ουσιαστική αντιπαράθεση με το ρεφορμισμό. Αντίθετα η κριτική της παρέμεινε σε ανεκτά επίπεδα για το ΠΑΣΟΚ, ουσιαστικά υπέταξε τα ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης σε πολιτικές σκοπιμότητες.
Πιο συγκεκριμένα, «αντί πινακίου φακής», που δόθηκε στη ΓΣΕΕ στο 220 συνέδριό της το 1982 (Γεν. Γραμματέας εκλέχτηκε ο Μ. Κωστόπουλος της ΕΣΑΚ), όχι μόνο αγνόησε το γεγονός ότι στο 220 Συνέδριο η ΠΑΣΚΕ έφτιαξε πάνω από 100 νόθους αντιπροσώπους, αλλά χαρακτήρισε και το συνέδριο «δημοκρατικό συνέδριο». Και κατόπιν όταν το ΠΑΣΟΚ το 1983 εξάγγειλε την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, που απαγόρευε τις αυξήσεις για ένα χρόνο στους εργαζομένους(στενωπός '83), η συμβιβασμένη κοινοβουλευτική Αριστερά με διάμεσο τις συνδικαλιστικές της παρατάξεις (ΕΣΑΚ - ΑΕΜ) αρνήθηκε κάθε γενική κινητοποίηση της εργατικής τάξης για την αντιμετώπιση αυτής της αντιλαϊκή ς πολιτικής, και προώθησε μόνο τις αποσπασματικές κινητοποιήσεις κατά κλάδο ή χώρο.
Με τέτοια συμβιβαστική στάση, όμως, αυτή η αντιλαϊκή πολιτική του ΠΑΣΟΚ δεν ανατράπηκε, αλλά πέρασε. Έτσι το συνδικαλιστικό κίνημα υποχρεώθηκε, κάτω από την καθοδήγηση των ρεφορμιστών της ΕΣΑΚ-ΑΕΜ να μην αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτή την αντιλαϊκή πολιτική της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Αυτή η αμυντική στάση έδωσε το δικαίωμα στην Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να περάσει σε παραπέρα επίθεση και να νομοθετήσει το άρθρο 4, που μόνο η ανυποχώρητη πάλη της εργατικής τάξης το έβαλε στο περιθώριο.
Το εργατικό κίνημα, όμως, από το 1983, κάτω από την καθοδήγηση των συμβιβασμένων αριστερών κομμάτων, πέρασε σε θέσεις άμυνας τάχα για την «προάσπιση κεκτημένων».
Ακόμα η ανυπαρξία ιδεολογικού μετώπου και πραχτικής δράσης ενάντια στο ρεφορμισμό και ορισμένες λαθεμένες απόψεις γύρω από το ζήτημα των εργοστασιακών σωματείων οδήγησαν στο πέρασμα μεγάλων εργοστασιακών σωματείων στα χέρια της ΠΑΣΚΕ, όπως Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, ΠΥΡΚΑΛ, ΛΑΡΚΟ, ΠΕΣΙΝΕ, Ασπρόπυργος, καθώς και στη γενικότερη άνοδο και εδραίωση των δυνάμεων του ρεφορμισμού με κύριο εκπρόσωπό του την ΠΑΣΚΕ. Επίσης έχουμε και άνοδο των νεοφιλελεύθερων τάσεων με κύριο εκπρόσωπό τους τη ΔΑΚΕ.
Παρ' όλη τη συμβιβαστική στάση των αριστερών κοινοβουλευτικών κομμάτων, πολλά συνδικάτα, που ακολουθούσαν ταξική γραμμή, αγνόησαν τις επιλογές των αριστερών κομμάτων και ήρθαν σε αντιπαράθεση με την κυβερνητική πολιτική, π.χ. οι Ναυτεργάτες, η ΟΤΟΕ, τα συνδικάτα στον ΗΛΠΑΠ και στην ΕΑΣ κλπ. Μέσα σε αυτές τις ταξικές συγκρούσεις με το ρεφορμισμό άρχισαν να απελευθερώνονται δυνάμεις που αντιλαμβάνονταν και το ρόλο της συμβιβασμένης Αριστεράς.
Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κυβέρνηση διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, και μετά την εκλογική νίκη του 1985, με τη σύμφωνη γνώμη της οικονομικής ολιγαρχίας και των προστατών της (ΕΟΚ - πολυεθνικές) και έχοντας γνώση ως ποιο σημείο μπορεί να της πάνε κόντρα τα συμβιβασμένα κοινοβουλευτικά αριστερά κόμματα, προχώρησε παραπέρα στην εφαρμογή σκληρής πολιτικής, που απαγόρευε για δυόμισι χρόνια τις αυξήσεις.
Η κοινοβουλευτική Αριστερά έκπληκτη μπροστά σε αυτή την αντιλαϊκή πολιτική του ΠΑΣΟΚ, που της έδινε για άλλη μια φορά ένα χαστούκι στις αυταπάτες της για το ρόλο του ΠΑΣΟΚ και στη θεωρία της για «Δημοκρατική Κυβέρνηση», χαρακτήρισε την πολιτική του ΠΑΣΟΚ «συντηρητική στροφή», λες και τα προηγούμενα χρόνια το ΠΑΣΟΚ ακολουθούσε προοδευτική πολιτική.
Αυτή την αντιλαϊκή οικονομική πολιτική η εργατική τάξη την καταδίκασε στην ολότητά της και έδειξε διάθεση για μαζικούς αγώνες ώστε να ανατραπεί αυτή η πολιτική. Πώς αντιμετώπισαν αυτή την αντιλαϊκή οικονομική πολιτική οι άλλες δυνάμεις;
Η «Ν.Δ.», ως αστικό κόμμα, ενώ στα λόγια κατάγγελνε αυτή την πολιτική, για να έχει πολιτικά οφέλη από τη δυσαρέσκεια των εργαζομένων, από την άλλη πλευρά την υποστήριζε και έλεγε ότι το ΠΑΣΟΚ εφαρμόζει τη δική της οικονομική πολιτική, απλώς ότι το ΠΑΣΟΚ είναι κακός εφαρμοστής της φιλελεύθερης αστικής πολιτικής. Από την άλλη πλευρά η κοινοβουλευτική Αριστερά κατάγγειλε αυτή την πολιτική έντονα στα λόγια.
Δυστυχώς, όμως, αυτή η αντεργατική πολιτική πέρασε σχεδόν στην ολότητά της για δυόμισι χρόνια. Μπορούσε άραγε το εργατικό κίνημα να κάνει περισσότερα, μπορούσε να καταργήσει αυτή την πολιτική και να βάλει τη σφραγίδα του σε αυτές τις εξελίξεις και να βγει δυναμωμένο και ρωμαλέο, και συγχρόνως να αποδυναμωθούν ο ρεφορμισμός και η αστική ιδεολογία;
Εμείς απαντούμε πως μπορούσε, αν την καθοδήγηση των αγώνων την είχαν συνδικαλιστικές δυνάμεις που εμπνέονταν από τις αρχές της ταξικής πάλης και της ρήξης με το ρεφορμισμό, και όχι δυνάμεις που εμπνέονταν από τις αρχές της ταξικής συνθηκολόγησης και της πολιτικής να ρίξουμε ορισμένες τουφεκιές για την τιμή των όπλων.
Συγχρόνως καλλιεργούνται απόψεις ότι οι εργαζόμενοι φταίνε που δε συμμετέχουν στους αγώνες, και ότι οι αγώνες γίνονται αναποτελεσματικοί, γιατί δε συμμετέχουν οι εργαζόμενοι Αυτοί που κατηγορούν τους εργαζομένους ότι δε συμμετέχουν είναι αυτοί που έχουν φροντίσει πρώτα να τους κοψομεσιάσουν, καλώντας τους σε απεργίες ασυντόνιστες και όχι κατάλληλα προετοιμασμένες, που δε διαφέρουν σε τίποτε από τις απεργίες των δοτών της ΓΣΕΕ.
Εμείς απαντούμε ότι τις πολιτικές του ευθύνες κανένας πολιτικός φορέας ή συνδικαλιστική οργάνωση δεν πρέπει να τις φορτώνει στην εργατική τάξη.
Οι αγώνες δεν είναι αναποτελεσματικοί, αλλά γίνονται αναποτελεσματικοί όταν καθοδηγούνται από ρεφορμιστές και συμβιβασμένους συνδικαλιστές, που τους έχει αφαιρεθεί κάθε σοβαρή πρωτοβουλία από την ωμή παρέμβαση των κομμάτων τους, που καταργεί κάθε αυτοτέλεια των συνδικάτων και μετατρέπει τους συνδικαλιστές σε απλούς υπαλλήλους των κομμάτων. Ακόμα οι αγώνες ήταν αναποτελεσματικοί γιατί αυτή η παρέμβαση γίνεται με σκοπό να μην οξυνθεί η ταξική πάλη και έρθει το εργατικό κίνημα σε ρήξη με το ρεφορμισμό, αλλά να χρησιμοποιηθεί το εργατικό κίνημα σαν διαπραγματευτικό ατού για να κερδισθούν ορισμένοι πόντοι στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι Έτσι σήμερα η άρχουσα τάξη για να εδραιώσει τις θέσεις της και να διαιωνίσει την κυριαρχία της καλλιεργεί το ρεφορμισμό και την ατομική λύση. Κύριος φορέας του ρεφορμισμού στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι η ΠΑΣΚΕ (συνδικαλιστική παράταξη του ΠΑΣΟΚ), που στις περισσότερες κινητοποιήσεις των εργαζομένων παίρνει ανοιχτά απεργοσπαστική θέση, φραστικά υποστηρίζει τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων, αλλά όταν υποστηρίζει μια απεργιακή κινητοποίηση το κάνει για να χαλιναγωγήσει τους εργαζομένους και είναι η πρώτη παράταξη που σπάει απεργία. Πολλές φορές για να περάσει τις απόψεις της καταφεύγει στα δικαστήρια και ζητάει διορισμούς υπέρ της. Είναι η παράταξη των δοτών της ΓΣΕΕ.
Η ΔΑΚΕ, συνδικαλιστική παράταξη της «ΝΔ,», υποστηρίζει δημαγωγικά τις περισσότερες απεργιακές κινητοποιήσεις, κηρύσσοντας ότι ο αγώνας των εργαζομένων είναι αγώνας ανατροπής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και της λιτότητας. Για να έρθει, όμως, στην κυβέρνηση η «ΝΔ,», που θα προσφέρει και αυτή την ασυδοσία στα μονοπώλια, και στην εργατική τάξη τη λιτότητα.
Η ΔΑΚΕ περιμένει ότι από τη φιλελευθεροποίηση της Οικονομίας θα περισσέψουν μερικά ψίχουλα και για τους εργαζομένους, ουσιαστικά, όμως, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την αγωνιστικότητα των εργαζομένων, για να τους στρέψει ακόμα πιο δεξιά. Και όταν μια αγωνιστική κινητοποίηση των εργαζομένων πάρει χαρακτήρα σύγκρουσης με την Κυβέρνηση είναι και αυτή έτοιμη να κάνει πίσω, γιατί την τρομάζει η πραγματική άνοδος του εργατικού κινήματος.
Για τις παρατάξεις της συμβιβασμένης Αριστεράς (ΕΣΑΚ - ΑΕΜ), έχουμε αναφέρει και πιο πάνω, μπορούμε να προσθέσουμε ότι δικαιολογούν την αδράνειά τους προβάλλοντας την οργανωτική διάσπαση που υπάρχει σήμερα στη ΓΣΕΕ και διαπαιδαγωγούν τους εργαζομένους όχι με την προοπτική της ανατροπής αυτού του συστήματος, αλλά με τη ρεφορμιστική προοπτική της ανάπτυξης νέου τύπου, όπου ο καπιταλισμός θα λύσει τα προβλήματα ανάπτυξης και η εργατική τάξη με την ανάπτυξη θα λύση βασικά προβλήματά της. Επίσης όταν αναπτύσσονται οι αγώνες της εργατικής τάξης και παίρνουν οξυμένη μορφή ρήξης με την κυβέρνηση, είναι οι πρώτοι που προτείνουν πιο ήπιες μορφές πάλης.
Ο ρόλος τους, δηλαδή, στο εργατικό κίνημα είναι η υποστήριξη αγώνων, αλλά πάντα σε ορισμένα «κόσμια» πλαίσια, ανεκτά για την άρχουσα τάξη και το ρεφορμισμό.
Έτσι στους καθηγητές η Ενιαία (ΚΚΕ) ήταν η μόνη συνδικαλιστική παράταξη που τάχτηκε ενάντια στην προοπτική της κλιμάκωσης του αγώνα των καθηγητών, καταψηφίζοντας τη θέση για απεργίες διαρκείας.
Ακόμα το πρόσφατο σπάσιμο της απεργίας της ΟΤΟΕ από την Ενιαία και την ΠΑΣΚΕ μας δείχνει ότι η συμβιβασμένη Αριστερά σε πολλούς χώρους περνάει ανοιχτά με το μέρος του ρεφορμισμού ενάντια στην ανάπτυξη των αγώνων.
Συγχρόνως, όμως, αναπτύσσεται νέο ταξικό πολιτικοποιημένο ρεύμα στο συνδικαλιστικό κίνημα, που παλεύει με συνέπεια για τα προβλήματα των εργαζομένων, που αντιστέκεται στους εκπροσώπους του αστικοφιλελευθερισμού (ΔΑΚΕ) και του ρεφορμισμού (ΠΑΣΚΕ). Είναι το ρεύμα που αμφισβητεί το ρόλο της συμβιβασμένης Αριστεράς (ΕΣΑΚ-ΑΕΜ). Είναι το ρεύμα που απαρτίζεται από απλούς εργαζομένους αγωνιστές, διαγραμμένους από το ΚΚΕ και το παλιό ΚΚΕ Εσ. και αγωνιστές από το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Η ανάπτυξη των αγώνων των εργαζομένων, όπως στους καθηγητές, για να ανατραπεί η εισοδηματική πολιτική της Κυβέρνησης, είναι δείγμα αυτής της τάσης ανόδου του εργατικού κινήματος.
Ωστόσο, αυτό το νέο ταξικό ρεύμα, που αναπτύσσεται στο συνδικαλιστικό κίνημα, για να έχει προοπτική πρέπει να ξεφύγει από τα στενά συνδικαλιστικά πλαίσια, να αποχτήσει πανελλαδικό συντονισμό. Επίσης πρέπει να συμπεριλάβει όλες τις δυνάμεις που αντιπαλεύουν με συνέπεια την άρχουσα τάξη και τους συμβιβαστές και να λειτουργεί πάνω στις αρχές της συμμετοχής των εργαζομένων στα προβλήματα που τους αφορούν και για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους από ταξικές θέσεις.
Η δημιουργία μαρξιστικού λενινιστικού πολιτικού φορέα θα συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Το ζήτημα, δηλαδή, στο συνδικαλιστικό κίνημα δεν είναι οργανωτικό, όπως προσπαθούν να πουν μερικοί. Είναι καθαρά πολιτικό ζήτημα για την επικράτηση των δυνάμεων που εμπνέονται από τις αρχές της ταξικής πάλης και της επαναστατικής δράσης, και το παραμέρισμα από το εργατικό κίνημα των εκπροσώπων της αστικής τάξης και του ρεφορμισμού, καθώς και των κομματικών γραφειοκρατών.
Αρχή μας είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν είναι αντικείμενα της πολιτικής, αλλά ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ.
Θέση μας είναι ότι το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να διαπνέεται και να καθοδηγείται από τα σοσιαλιστικά ιδανικά και τους στόχους της εργατικής τάξης.
Είμαστε ξεκάθαρα ενάντια στη μετατροπή των συνδικάτων σε απλές οικονομίστικες οργανώσεις, που παλεύουν μόνο για τη βελτίωση της θέσης τους στο τωρινό κοινωνικολιτικό σύστημα. Σεβόμαστε, όμως, την οργανωτική τους αυτοτέλεια και λειτουργία. Σε αντιδιαστολή με το κόμμα, αυτά πρέπει να είναι πλατιές οργανώσεις, που θα συνενώνουν ακόμα και αυτούς τους εργάτες που κατανοούν μόνο την ανάγκη της πάλης ενάντια στα μονοπώλια και στην κυβέρνησή τους.
Παράλληλα θεωρούμε ότι είναι καθήκον μας με τη δράση μας στο συνδικαλιστικό κίνημα να μπει φραγμός σε αστικές και ρεφορμιστικές αυταπάτες, καθώς και στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που έγινε καθεστώς και τροχοπέδη στους αγώνες των εργαζομένων, γιατί παζαρεύει και ξεπουλάει αποχτημένα δικαιώματα στο όνομα της άχρωμης ταξικής ενότητας, που ωφελεί μόνο τους εχθρούς της εργατικής τάξης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

1. ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ

Για να πραγματοποιηθούν, όμως, όσα προαναφέραμε, για να αποχτήσει το συνδικαλιστικό κίνημα και πάλι επιθετική και όχι αμυντική στρατηγική, η ζωή επιβάλλει σήμερα να συγκροτηθεί, εκτός από τον πολιτικό, και συνδικαλιστικός φορέας, που θα μελετάει, θα αναλύει τα γεγονότα και τις εξελίξεις και θα παρεμβαίνει με ανακοινώσεις και άλλα μέσα για κοινή και συντονισμένη δράση των διάφορων μαζικών οργανώσεων. Υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη να συγκροτήσουμε συνδικαλιστικό όργανο, απαραίτητο για την προώθηση των αγώνων των εργαζομένων.
Για τη δημιουργία συνδικαλιστικών οργανώσεων υπάρχουν πολλοί δραστήριοι συνδικαλιστές με πολύπλευρη πείρα στους μαζικούς αγώνες.
Στο σημερινό στάδιο του αγώνα το συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται σε αδιέξοδο επειδή είναι διασπασμένο από τα πολιτικά κόμματα, την Κυβέρνηση και την εργοδοσία. Οι διάφορες συνδικαλιστικές παρατάξεις εξαρτιούνται από τα κόμματα και αδυνατούν να δώσουν διέξοδο στο σημερινό στάδιο της πάλης των εργαζομένων.
Γι' αυτό, ύστερα από σωστή εκτίμηση της κατάστασης του συνδικαλιστικού κινήματος, διαπιστώνεται η ανάγκη να αρχίσει από τα κάτω μαζικό, πολιτικοποιημένο συνδικαλιστικό κίνημα σε κάθε κλάδο και επιχείρηση, μακριά όμως από την οργανωτική εξάρτηση και επιτήρηση των κομμάτων, της εργοδοσίας και της Κυβέρνησης.
Είναι επίσης επείγουσα ανάγκη να εκπονηθεί και να εφαρμοστεί στην πράξη πρόγραμμα διεκδικήσεων.

2. ΖΩΤΙΚΗ ΑΝΑΓΚΗ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ

Όταν σήμερα ο οπορτουνισμός σπέρνει τη σύγχυση και τις ταλαντεύσεις τόσο στο ΚΚΕ όσο και στα άλλα αριστερά κοινοβουλευτικά κόμματα, όταν οι ΚΟΒ έχουν αποξενωθεί από το χώρο τους και τα προβλήματά τους, όταν η λειτουργία των ΚΟΒ έχει υποβιβαστεί και οι Γενικές Συνελεύσεις έχουν πάρει χαρακτήρα ευκαιριακό με κύριο μέλημα την... απλή αναλογική, όταν τα μέλη αυτών των κομμάτων έχουν μετατραπεί σε φοροεισπράκτορες με τα κουπόνια στο χέρι ή διακινητές των εφημερίδων τους. Όταν δεν υπάρχει πια ούτε ίχνος εσωκομματικής δημοκρατίας, παρά μόνο συγκεντρωτισμός και πλήθος ντιρεκτίβες, τότε μεγαλώνουν πιο πολύ ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η κατάχρηση εξουσίας κι η προσωπολατρία στους «ηγέτες».
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πάρα πολλά μέλη, στελέχη και οπαδοί αυτών των συμβιβασμένων αριστερών κοινοβουλευτικών κομμάτων να έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στις ηγεσίες, να απογοητεύονται και να αδρανούν. Και να αποσύρονται σιγά σιγά σπίτι τους, κυριευμένοι από απάθεια.
Άλλοι, πάλι, μην μπορώντας να δουν οτιδήποτε έξω, κυρίως, από το ΚΚΕ, ζουν με τη γνωστή νοοτροπία υποταγής και την αυταπάτη ότι από μέσα παλεύοντας θα ανατρέψουν την ηγεσία και θα αλλάξουν τη γραμμή!
Η ιστορία, όμως, παλαιότερα κι η ζωή σήμερα δείχνουν ότι η επιδίωξη για την αλλαγή της ηγεσίας του ΚΚΕ από τα μέσα κι από τα κάτω είναι αδύνατη, είναι επίπονος αγώνας χωρίς αποτέλεσμα, είναι ουτοπία.
Ειδικότερα αυτό ισχύει πιο πολύ σήμερα για την ομάδα Φλωράκη, που κατάφερε όχι μόνο να εδραιώσει τη θέση της μέσα στο κόμμα (ΚΚΕ), αλλά και να δημιουργήσει μηχανισμό κάθετα και οριζόντια στο κόμμα με ομοίους της, που αρχίζουν να την ξεπερνάνε σε μακιαβελισμό.
Γι' αυτό χρειάζονται επίμονες προσπάθειες για να πείσουμε με όλα τα ατράνταχτα στοιχεία, που έχουμε σήμερα στα χέρια μας, κάθε αγωνιστή που καίει μέσα του η φλόγα της ελπίδας και της πίστης στα πανανθρώπινα ιδανικά του μαρξισμού - λενινισμού για την ανάγκη να δημιουργηθεί νέος Επαναστατικός Πολιτικός Φορέας. Να πείσουμε αυτούς που πιστεύουν ακόμα στην αναγκαιότητα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, του μόνου δρόμου που οδηγεί την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζομένους σε δίκαιη κοινωνία, απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Να τους πείσουμε πως η διέξοδος από το σημερινό αδιέξοδο είναι η συγκρότηση συνεπούς επαναστατικού φορέα, που θα συγκεντρώσει όλες τις ταξικές και επαναστατικά σκεπτόμενες δυνάμεις, τους χιλιάδες απογοητευμένους και πικραμένους αγωνιστές από την προδοσία των ηγεσιών της συμβιβασμένης κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ο φορέας αυτός θα γίνει η ελπίδα κι ο φάρος που θα φωτίσει το δρόμο του αγώνα, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η παγκόσμια ιστορική πείρα μάς διδάσκει ότι τίποτα δεν καταχτιέται χωρίς σκληρό και ανειρήνευτο ταξικό αγώνα.

***

Κλείνοντας το σκελετό της πολιτικής μας πλατφόρμας θα ήταν σοβαρή παράλειψη αν δεν αναφερόμασταν και σε ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να στηρίζουν και να καθοδηγούν το νέο πολιτικό φορέα που προτείνουμε. Χωρίς να αποκλείσουμε και οποιαδήποτε άλλη εποικοδομητική πρόταση - αντίθετα την επιζητούμε πιστεύουμε πως το νέο φορέα πρέπει να τον διακρίνουν και τα εξής:
1) Συλλογικότητα, δημοκρατία και διαφάνεια σε όλες του τις δραστηριότητες.
2) Το πάρσιμο κάθε απόφασης θα είναι αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας και διαλόγου, θα βγαίνει μέσα από αντιπαράθεση και πάλη γνωμών και με την ύπαρξη πλειοψηφίας και μειοψηφίας.
3) Το δικαίωμα διαφωνίας ως το πάρσιμο της απόφασης δε δημιουργεί στη μειοψηφία κανένα πρόβλημα ή υποτιμητική μεταχείριση από την πλειοψηφία.
4) Καθημερινή προσπάθεια από όλους για την καλλιέργεια κλίματος συντροφικότητας, ανάπτυξη του αισθήματος της ευθύνης, τη συμμετοχή ΟΛΩΝ στις δραστηριότητες του φορέα, καθώς και στην ανάπτυξη εποικοδομητικής κριτικής και αυτοκριτικής.
5) Κάθε δραστηριότητα του φορέα θα διακρίνεται από διαφάνεια και αυτοκριτική τόλμη σε περίπτωση λαθών.
6) Η διαμόρφωση της πολιτικής γραμμής του φορέα καθορίζεται κι αποφασίζεται ύστερ' από γενική συζήτηση, όπου υποχρεωτικά παίρνουν μέρος ΟΛΑ τα μέλη του φορέα κι εκφράζονται άφοβα και υπεύθυνα.
7) Κανείς δεν είναι ανεξέλεγκτος. Το πνίξιμο οποιασδήποτε γνώμης, η αυθαιρεσία, η κατάχρηση εξουσίας και το τσαλαπάτημα της αξιοπρέπειας των μελών του φορέα είναι βαρύτατο κι απαράδεκτο παράπτωμα. Κάθε τέτοιος παραβάτης βάζει αυτόματα τον εαυτό του έξω από το φορέα οποιαδήποτε θέση κι αν έχει.
8) Όταν προκύψει κάποιο πρόβλημα από ομάδα συντρόφων σε ζητήματα αρχών, εσωκομματικής δημοκρατίας ή πολιτικής γραμμής, η καθοδήγηση του φορέα είναι υποχρεωμένη να απευθυνθεί σε όλα τα μέλη του φορέα για διεξαγωγή γενικής ανοιχτής συζήτησης από όπου θα βγει απόφαση της πλειοψηφίας.
9) Τέλος, προϋπόθεση για την πραγμάτωση των σκοπών του φορέα μας είναι η δημοκρατική του λειτουργία, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός με βάση τις αρχές του ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ - ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ και του ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΟΥ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟΥ και η προσήλωση όλων μας στον παράγοντα ΑΝΘΡΩΠΟ.

Συναγωνίστριες και συναγωνιστές,

Ξανατονίζουμε αυτό που είχαμε πει και στις 21.3.88 στη σύσκεψη όταν συγκροτήσαμε την ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ (Π.Ε.Κ.). Τίποτα από ό,τι δημοσιεύσαμε δεν είναι τελεσίδικο. Τόσο η πολιτική πλατφόρμα όσο και η ονομασία του νέου πολιτικού φορέα είναι για συζήτηση. Ξέρουμε ότι στις ΘΕΣΕΙΣ μας έχουμε πολλές ελλείψεις. Μας λείπουν από ορισμένα πράγματα οι αναγκαίες γνώσεις ειδικών. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η συντριπτική πλειονότητα, σχεδόν όλοι μας, είμαστε ΕΡΓΑΤΕΣ. Έχουμε, όμως, μέσα μας ΑΣΒΕΣΤΗ τη φλόγα του αγώνα και την πίστη στα πανανθρώπινα ιδανικά του μαρξισμού - λενινισμού.
Καμία προδοσία των συμβιβασμένων, κανένας οπορτουνισμός και συμβιβασμός ορισμένων «ηγετών)) δε θα μας απογοητεύσει και δε θα μας ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ. Είμαστε βέβαιοι ότι η ακατανίκητη δύναμη του ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ θα θριαμβέψει και στη χώρα μας με την ασίγαστη και ανειρήνευτη πάλη όλων των επαναστατών αγωνιστών.
Γι' αυτό στόχος και φιλοδοξία μας είναι να συγκεντρωθούν όσο το δυνατό περισσότερες προτάσεις και υποδείξεις για ολοκληρωμένη πολιτική πλατφόρμα, που θα αποτελέσει την πυξίδα της πάλης όλων μας για επαναστατική πορεία, για την πραγμάτωση και στη χώρα μας της ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

Η ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ





ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Στη διάρκεια της δημοσίευσης των θέσεων πήραμε διάφορες προτάσεις από συναγωνιστές. Οι προτάσεις τους είναι κατά τη γνώμη μας σωστές. Τις δημοσιεύσαμε στη «Φωνή της Δευτέρας» και μπαίνουν σήμερα συνοπτικά στο φυλλάδιο ως συμπλήρωμα των θέσεων μας:

ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Είναι πολύ σημαντική η προσπάθεια να βγει πολιτική διακήρυξη τόσο για να ξεκαθαριστούν ορισμένα βασικά ζητήματα όσο και για την ίδια την πορεία του λαϊκού μας κινήματος.
Ορισμένες παρατηρήσεις στην εισαγωγή των θέσεων που δημοσιεύτηκε στη ΦΩΝΗ της ΔΕΥΤΕΡΑΣ στις 21.3.88.
1. Στην πέμπτη παράγραφο που αναφέρει «Το σημείο αμφισβήτησης ήταν: Με ποια κόμματα θα σχηματιστεί η Δημοκρατική Κυβέρνηση», και γιατί στο λαϊκό κίνημα η ηγεσία του ΚΚΕ αντί να ακολουθεί πρωτοπόρα πολιτική ακολουθεί πολιτική ουράς απέναντι στο ρεφορμισμό. Στο ερώτημα δε δόθηκε απάντηση, ούτε και στο 120 Συνέδριο». Γιατί από το 1981 μέσα στο ΚΚΕ οι αντιρρήσεις και οι προβληματισμοί δεν ήταν μόνο πάνω στη συμβιβαστική θέση για δημοκρατική κυβέρνηση, αλλά και στο πώς εκφραζόταν αυτή η γραμμή στο λαϊκό κίνημα, όπου ουσιαστικά τα μέλη του ΚΚΕ έπρεπε να γίνουν η σκιά των μελών του ΠΑΣΟΚ, για να τους έχουμε από κοντά, για να πετύχουμε οπωσδήποτε μαζί τους κάποια συνεργασία, έστω και χωρίς αρχές, και όχι έντονη κριτική προς το ΠΑΣΟΚ και για να μην τους στενοχωρούμε και χαλάσει η δημοκρατική συνεργασία, ουσιαστικά ο αγώνας που κάναμε ήταν πάντα σε ορισμένα πλαίσια ανεχτά από το ρεφορμισμό. Και σε καμία περίπτωση δεν είχαμε στο εργατικό κίνημα μέτωπο ενάντια στο ρεφορμισμό και όπου υπήρχε τέτοιο μέτωπο αυτό οφειλόταν σε κομματικές οργανώσεις και συντρόφους που κρατούσαν ταξική στάση. Σταδιακά, όμως, όσοι σύντροφοι κρατούσαν ταξική στάση απομονώθηκαν και διαγράφτηκαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι εργατικές κλαδικές οργανώσεις που διαλύθηκαν από την ηγεσία του ΚΚΕ. Και όλα αυτά γιατί δεν είχαμε προοπτική να τους ξεσκεπάσουμε, αλλά να κάνουμε μαζί τους συνεργασία, για να ανοίξουμε το δρόμο για την αλλαγή, που θα γινόταν με τη συμμετοχή του ΚΚΕ σε ρόλο κομπάρσου σε μια κυβέρνηση των ρεφορμιστών. Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν έδωσαν απάντηση ΠΟΤΕ.
2. Να αιτιολογήσουμε γιατί η νέα στρατηγική του ΚΚΕ, που υιοθετήθηκε από το 120 Συνέδριο, ενώ στα μάτια του κόσμου φαίνεται πιο αριστερή, στην πραγματικότητα είναι πιο δεξιά, γιατί ουσιαστικά προσανατολίζει το λαϊκό κίνημα στο κοινοβουλευτικό πέρασμα στο σοσιαλισμό και δέχεται ότι η αλλαγή θα γίνει με βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις από κυβέρνηση της Αριστεράς που θα έχει ως πρόγραμμα την ανάπτυξη νέου τύπου. Εμείς πιστεύουμε ότι χωρίς τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης και χωρίς ρήξη με την άρχουσα τάξη δεν μπορείς να καταλάβεις την πολιτική εξουσία, που πρέπει να είναι η εξουσία της Δικτατορίας του Προλεταριάτου. Ο Μαρξ έλεγε «Η ΒΙΑ είναι μαμή της Ιστορίας». Ανεξάρτητα αν η βία είναι ένοπλη ή χωρίς όπλα.
Είναι αυταπάτη να νομίζεις ότι μπορεί να αναμορφωθεί ο καπιταλισμός με την ανάπτυξη νέου τύπου, αυτό είναι ρεφορμισμός σε νέα έκδοση.
3. Να αναφέρουμε γιατί σβήνουν τα Κ.Κ. στη Δυτική Ευρώπη: Η βασικότερη αιτία είναι ότι τα περισσότερα έχουν εγκαταλείψει το μαρξισμό
λενινισμό και την επαναστατική δράση, έχουν μπει στο κοινοβουλευτικό παιγνίδι, έτσι μπορούν να επιβιώσουν μόνο ως ρεφορμιστικά κόμματα, αλλά όχι ως επαναστατικά.
Άλλη βασική αιτία είναι η πολιτική ουράς που ακολούθησαν απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία.
Τραγικό παράδειγμα είναι το Κ.Κ. Γαλλίας με την περιβόητη κυβέρνηση της Αριστεράς (Κ.Κ. Γαλλίας - Μιτεράν).
Η τρίτη αιτία είναι ότι έχουν μετατραπεί πολλά από αυτά σε αποστεωμένους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς μακριά από την πραγματικότητα και τον παλμό της εργατικής τάξης.
4. Να τονίσουμε περισσότερο την ανάγκη να δημιουργηθεί συνεπής επαναστατικός φορέας.
Όταν σήμερα χιλιάδες πρωτοπόροι αγωνιστές βλέπουν με δυσπιστία τη συνθηκόλογη πολιτική που ακολουθούν τα αριστερά κόμματα απέναντι στο κατεστημένο και στο ρεφορμισμό, που στην πράξη τον στηρίζουν, τότε όλοι αυτοί οι αγωνιστές αναζητούν κάτι που θα εκφράσει το δυναμισμό τους, κάτι που θα οδηγήσει το Λαϊκό Κίνημα στο Δρόμο του Αγώνα και της Επαναστατικής Πάλης. Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει η δημιουργία συνεπούς επαναστατικού φορέα, που θα στηρίζεται στο μαρξισμό - λενινισμό και στον προλεταριακό διεθνισμό, που θα μετατρέψει σε οργανωμένη δύναμη όλη αυτή τη δυσπιστία και την αμφισβήτηση, στη βάση του ανεβάσματος της προσωπικότητας του κάθε αγωνιστή για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης, για αγωνιστική πορεία προς το σοσιαλισμό.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Ζούμε σε περίοδο κρίσης πολιτικής, οικονομικής, πολιτιστικής και κοινωνικής.
Η αστική τάξη, όμως, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες (Επιστημονικοτεχνική Επανάσταση) και για να παρατείνει την κυριαρχία της, έχει εξαπολύσει τρομαχτική αντεπίθεση, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι ο επιστημονικός σοσιαλισμός στα κράτη όπου εφαρμόζεται με τις διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις που έγιναν δεν είναι πιο ελκυστικός από το «σοσιαλισμό», π.χ., της Σουηδίας κλπ.
Ο μέσος Έλληνας δε διακινδυνεύει για σοσιαλισμό τύπου Ρουμανίας, που τον θεωρεί - πολύ σωστά - χειρότερο από το «σοσιαλισμό» της σοσιαλδημοκρατίας.
Τι κάνει, λοιπόν, η Αριστερά και ειδικότερα η κομμουνιστική Αριστερά μπροστά σε αυτή την πολύπλοκη κατάσταση;
Εμφανίζεται άβουλη, συμβιβασμένη, εγκλωβισμένη σε κατάσταση μόνιμης και μίζερης αυταρέσκειας, ανίκανη να οδηγήσει σε κάποια διέξοδο από την κρίση, ανίκανη να καθοδηγήσει ουσιαστικές πολιτικές εξελίξεις.
Στη χώρα μας οι συνέπειες αυτής της κατάστασης οδηγούν χιλιάδες εργαζομένους σε απογοήτευση και πολιτική αποστράτευση, φαινόμενα που δυστυχώς τείνουν να πάρουν μαζικές διαστάσεις.
Ο καπιταλισμός είναι γεγονός πως έχει χρεοκοπήσει και μόνη διέξοδος από αυτή την κρίση είναι ο επιστημονικός σοσιαλισμός.
Η παγκόσμια και ειδικότερα η ευρωπαϊκή πραγματικότητα διαψεύδουν τις αναλύσεις και τα ντοκουμέντα πολλών κομμουνιστικών κομμάτων, που μιλάνε για κατάρρευση του καπιταλισμού στο άμεσο μέλλον.
Ο καπιταλισμός σε ορισμένες χώρες, και μάλιστα αναπτυγμένες, έχει ακόμα ζωή, μπορούμε, όμως, να του τη συντομεύσουμε. Γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα μεγάλα οικονομικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα της εποχής μας.
Οι λαοί στις καπιταλιστικές χώρες ζούνε με το άγχος που μεγαλώνει καθημερινά και με την ανεργία να παίρνει δραματικές διαστάσεις.
Ο καπιταλισμός, λοιπόν, μπορεί να μην ξόφλησε ακόμα, αλλά στις παραδοσιακά αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όπως η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία κ.ά., είναι βαριά άρρωστος και ανήμπορος να λύσει τα προβλήματα που ο ίδιος δημιουργεί.
Σ' αυτές τις χώρες, όπως και στη χώρα μας, που συνδέεται μαζί τους στην ΕΟΚ, μπαίνει το καθήκον στις επαναστατικές δυνάμεις να εντείνουν την πάλη τους για το γκρέμισμα του καπιταλισμού.
Αυτή η λύση, που είναι ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και καθήκον της κομμουνιστικής Αριστεράς, απαιτεί ενιαία και κοινή δράση.
Ο καπιταλισμός θα ανατραπεί έπειτα από κοινή δράση των δυνάμεων αυτών που θα έχουν για οδηγό τους τις υποθήκες και την πείρα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, τη θετική αλλά και την αρνητική πείρα του, και τη μαρξιστική- λενινιστική θεωρία στη δράση τους.
Σήμερα που η «περεστρόικα» καταχτάει καθημερινά πλατιές μάζες του σοβιετικού λαού, σήμερα που η διαφάνεια βοηθάει στην αποκατάσταση της σοσιαλιστικής νομιμότητας, ενεργοποιώντας έτσι τις αστείρευτες δυνάμεις του σοσιαλισμού για παραπέρα ανάπτυξή του, αποκαθιστώντας ταυτόχρονα το χαμένο κύρος του υπαρκτού σοσιαλισμού, βρίσκει αντανάκλαση και βοηθάει το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα να ενεργοποιήσει τους εργαζομένους για να περάσουν στην αντεπίθεση, πρέπει να γεννηθεί κάτι το καινούριο στο κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας, για να τσακιστεί το σάπιο καθεστώς της αστικής τάξης, που θα είχε καταρρεύσει από την πάλη του επαναστατικού κινήματος, αν δεν το βοηθούσαν ουσιαστικά οι οπορτουνιστές, οι αναθεωρητές και όλοι αυτοί που μιλούν στο όνομα δήθεν της εργατικής τάξης, ενώ ταυτόχρονα συμπλέουν με τους αστούς, έχοντας απαρνηθεί την επαναστατική αλλαγή και την εξουσία της εργατικής τάξης, που δεν είναι άλλη από τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Αυτό το νέο, που δεν είναι εγκεφαλικό κατασκεύασμα, αλλά απαίτηση των καιρών, θα το προωθήσει η δράση των μελών και στελεχών και η στρατηγική και ταχτική της ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ.

ΣΚΟΠΙΜΗ ΣΥΓΧΥΣΗ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΛΕΞΕΩΝ

Χρόνια τώρα οι αστοί κυβερνήτες και οι πουλημένοι σε αυτούς κονδυλοφόροι είχαν βρει την πανάκεια για όλα τα κοινωνικά προβλήματα που το καπιταλιστικό καθεστώς από τη φύση του όχι μόνο δεν μπορεί να λύσει, αλλά τα οξύνει περισσότερο.
Η πανάκεια αυτή ήταν ο αντικομμουνισμός. Για ό,τι κακό συνέβαινε έφταιγαν οι κομμουνιστές.
Απεργίες γίνονταν, τις έκαμναν οι κομμουνιστές και όχι οι εργάτες που πεινούσαν, πληθωρισμός μεγάλος, τον προκαλούν οι κομμουνιστές, που καλούν τους εργάτες να ζητούν μεγαλύτερους μισθούς.
Χρόνια τώρα για να καλύπτουν τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες που γινόταν κατ' εντολή του ΝΑ ΤΟ και των Αμερικανών μάς παρουσίαζαν τον περίφημο «κίνδυνο από Βορρά». Ο αντικομμουνισμός, λοιπόν, έδινε και έπαιρνε.
Βασικός του εμπνευστής ήταν το εξαρτημένο μεταβαρκιζιανό καθεστώς της Δεξιάς και των στηριγμάτων της. Τα δεινά του αντικομμουνισμού είναι γνωστά στη χώρα μας και στο όνομά του, για την αντιμετώπιση, δήθεν, κομμουνιστικού κινδύνου, εγκαθιδρύθηκε και η αμερικανοκίνητη δικτατορία το 1967.
Η πτώση της και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ ήταν η επίσημη παραδοχή από τη Δεξιά ότι ο αντικομμουνισμός πάλιωσε σαν όπλο και δεν αποδίδει πια. Μάλιστα από ορισμένους αστούς θεωρητικούς διατυπώθηκε η άποψη πως ο αντικομμουνισμός φέρνει τα αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Δυστυχώς, αυτό το παλιό, σκουριασμένο όπλο των αστών το ξέθαψαν ορισμένοι κατ' όνομα «κομμουνιστές» και το χρησιμοποίησαν - και το χρησιμοποιούν - εναντίον όλων αυτών που έκαναν χρήση του αναφαίρετου δικαιώματός τους να ασκούν κριτική και να αμφισβητούν κάποιες ολέθριες, για το κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα μας, επιλογές.
Τέτοιες επιλογές διαχείρισης του τωρινού κοινωνικοπολιτικού συστήματος από τα «αριστερά»έχουν γίνει και σήμερα από το ΚΚΕ και από την Ε.ΑΡ. (διάβασε Θέσεις της Πανελλαδικής Ένωσης Κομμουνιστών).
Όποιος, λοιπόν, κάνει κριτική ή αμφισβητήσει αυτές τις επιλογές ή προτείνει άλλη διέξοδο επαναστατική, κατά τη γνώμη τους είναι αντικομμουνιστής (SIC), πράκτορας της CIA και δε συμμαζεύεται Με αυτή τη λογική αντικομμουνιστές έλεγαν και όλους τους αριστερούς και κομμουνιστές που τολμούσαν να πουν κάτι για την μπρεζνιεφική ή σταλινική περίοδο στην ΕΣΣΔ.
Όταν, όμως, όλα αυτά, που συνέβαιναν πραγματικά, ειπώθηκαν από το γραμματέα του ΚΚΣΕ σ. Μ. Γκορμπατσόφ, οι δικοί μας ανεγκέφαλοι έμειναν άφωνοι. Ο αντικομμουνισμός αποδείχτηκε, λοιπόν, για άλλη μια φορά ότι έχει κοντά ποδάρια.
Στην περίπτωση, όμως, που στις σημερινές συνθήκες κάποιος σιωπά μπροστά στην παραβίαση των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού, στη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και ταυτόχρονα αποφεύγει την αυτοκριτική και κριτική τοποθέτηση απέναντι στα γεγονότα, τότε κάνει τόσο μεγάλη ζημιά στο κομμουνιστικό κίνημα, ώστε αυτός πραγματικά και δίκαια θα μπορούσε να φέρνει τον τίτλο του σύγχρονου αντικομμουνιστή.
Όλα τα πιο πάνω τα έχει καταλάβει η ηγεσία του ΚΚΕ και έχει αντικαταστήσει το αντικομμουνιστής με αντιΚΚΕ!
Κι αρχίζει να επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία στο ίδιο μοτίβο, όποιος δε συμφωνεί με το ΚΚΕ και τους χειρισμούς της οπορτουνιστικής του ηγεσίας είναι αντιΚΚΕ και πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν τέτοιος! Επομένως, σύμφωνα πάντα με την ηγεσία του ΚΚΕ, όποιος δεν αποβάλλει το «αντιΚΚΕ σύμπλεγμα», δηλαδή, με άλλα λόγια, δεν πάψει να κριτικάρει την ηγεσία και να αμφισβητεί τα πεπραγμένα, είναι αντιΚΚΕ, δε θεωρείται καν προοδευτικός και δε νοείται καμία συνεργασία μαζί του από τους Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων ίσαμε την περιβόητη πια συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς με γνωστή κατεύθυνση προς το... σοσιαλισμό. Έτσι η ηγεσία του ΚΚΕ δε «βλέπει» ότι οι χιλιάδες διαγραμμένοι από αυτό το κόμμα μπορούν να έχουν θέση σε συσπείρωση της Αριστεράς, που θα ήθελε η ζωή να γίνει με άλλον τρόπο και άλλους στόχους.
Η λύση, λοιπόν, για να πούμε «τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη», είναι η κριτική και αυτοκριτική τοποθέτηση απέναντι στα όποια λάθη έγιναν και γίνονταιΚαι η ζωή θα δείξει ποιοι πραγματικά αντέχουν πάνω σε αυτές τις διαδικασίες και μπορούν να έχουν περήφανα τον τίτλο του κομμουνιστή.

ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ Η ΠΑΛΗ «ΑΠΟ ΜΕΣΑ»

«Απευθύνομαι στους αναγνώστες της ΦΩΝΗΣ αν και δεν ανήκω στην Πανελλαδική Ένωση Κομμουνιστών, αλλά σε οργάνωση που βρίσκεται στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Με αυτό μου το σημείωμα θέλω να «μιλήσω» στα μέλη του ΚΚΕ, επειδή ξέρω ότι πολλοί διαβάζουν αυτή την εφημερίδα. Θέλω με επιχειρήματα - όσο επιτρέπει ο χώρος - να τους δείξω ότι η πάλη «από μέσα» δεν μπορεί σήμερα να φέρει κανένα αποτέλεσμα. Και λέω σήμερα, γιατί, επικαλούμενοι την ιστορία του μπολσεβικισμού, για να δικαιολογήσουν τη δράση «από μέσα», αυτοί οι σύντροφοι που παραμένουν μέσα στο ΚΚΕ, γνωρίζοντας τα χάλια του, παραβλέπουν πρώτα πρώτα τρία βασικά ζητήματα κλειδιά για την κατανόησή της:
1) Τις αρχές της οργανωτικής συγκρότησης των κομμάτων της II Διεθνούς.
2) Τη φάση στην οποία βρισκόταν ο οπορτουνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο στην περίοδο που την επικαλούνται
3) Το καινούριο που έφερε ο μπολσεβικισμός στα ζητήματα της πολιτικής και της οργάνωσης, και την πάλη που έκανε σ' ολόκληρο το σοσιαλδημοκρατικό κίνημα.
Τα κόμματα της 11 Διεθνούς αλλά και η ίδια η Διεθνής δεν ήταν οργανωμένα στη βάση των αρχών του κόμματος νέου τύπου. Μέσα σ' αυτά συνυπήρχαν διάφορες πτέρυγες, που, ανάλογα με τις συνθήκες, εκδηλώνονταν ανοιχτά και έδιναν μάχες στον Τύπο ή στα κομματικά συνέδρια. Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα στα τυπικά ενιαία σοσιαλδημοκρατικά κόμματα δημιουργήθηκαν και έδρασαν ανοιχτά τρία ρεύματα: το οπορτουνιστικό-σοσιαλσοβινιστικό, το «κέντρο» (ο βάλτος, όπως έλεγε ο Λένιν) και το αριστερό επαναστατικό.
Στην περίοδο ως το ξέπεσμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ο οπορτουνισμός, που εμφανιζόταν στους ηγέτες της ΙΙ Διεθνούς, θεωρούνταν γενικά ανεκτός, αφού συνυπήρχε με την επαναστατική δράση των κομμάτων και δεν είχε εξελιχτεί σε ανοιχτό υποστηρικτή της αστικής τάξης και προδότη της επανάστασης. Θεωρούνταν ακόμη«φράξια του κομμουνισμού». Η περίοδος1903-1912, όπου οι μπολσεβίκοι συνυπάρχουν στο ΣΔΕΚΡ είναι περίοδος πάλης ενάντια σε όλα τα ρεύματα του οπορτουνισμού (οικονομισμός, μενσεβικισμός, οτζοβισμός, λικβινταρισμός κλπ.), περίοδος ανάπτυξης των αρχών του κόμματος νέου τύπου, περίοδος ένταξης των επαναστατών εργατών στο πλευρό του μπολσεβικισμού. Τι κοινό έχει αυτή η πάλη με τις σημερινές απόψεις της δράσης «από μέσα»; Καμία απολύτως. Ολη αυτή την περίοδο οι μπολσεβίκοι δρούσαν ως ανεξάρτητο, συγκροτημένο ρεύμα, με δικό τους καθοδηγητικό κέντρο, δικό τους Τύπο, δικό τους εκδοτικό μηχανισμό. Έκαναν ανοιχτά την πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Και οι όποιοι ελιγμοί και συμμαχίες έγιναν, στα πλαίσια του ΣΔΕΚΡ έγιναν με μοναδικό σκοπό να εξασφαλίσουν την ενότητα δράσης των επαναστατών εργατών, παράλληλα με τον ανοιχτό ιδεολογικοπολιτικό αγώνα λενινιστικού τύπου.
Αλλά να αναφερθώ αναλυτικά και πιο εκτεταμένα δεν μπορώ, γιατί γνωρίζω πως υπάρχει πρόβλημα χώρου.
Στα δικά μας λοιπόν.
Ποια η σχέση σύντροφοι της πάλης των μπολσεβίκων της περιόδου 1903-1912 με τη σημερινή «δράση από μέσα» στα δικά μας «αριστερά» οπορτουνιστικά κόμματα;
Οι μπολσεβίκοι, όπως είδαμε, είχαν δικό τους πρόγραμμα, δικό τους ανεξάρτητο Τύπο, δικά τους καθοδηγητικά κέντρα. Μόνο έτσι μπορούσαν να κάνουν (και έκαναν) νικηφόρα την ανοιχτή πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση όπου οι μπολσεβίκοι να πειθάρχησαν στις οπορτουνιστικές αποφάσεις της όποιας μενσεβίκικης πλειοψηφίας. Τι από όλα αυτά διαθέτουν οι οπαδοί της πάλης«από μέσα»; Απολύτως τίποτα. Ούτε πρόγραμμα, ούτε Τύπο, ούτε καθοδηγητικά όργανα, ούτε καν στοιχειώδη οργανωτική σύνδεση. Αγωνίζονται ως άτομα ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως ολιγομελείς ομάδες στο επίπεδο κάποιας ΚΟΒ ή κάποιας συνδικαλιστικής παράταξης και στο τέλος ΤΡΕΧΟΥΝ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΟΥΝ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΠΟΡΤΟΥΝIΣΤΙΚΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗΣ στο όνομα της ενότητας του κόμματος. Αποφάσεις που σχεδόν όλες τις φορές έρχονται σε ριζική αντίθεση όχι μόνο με τα συμφέροντα συγκεκριμένων στρωμάτων εργαζομένων. Άλλες πάλι φορές πολλά στοιχεία καταντούν στήριγμα του φραξιονιστικού αγώνα διάφορων ηγετικών ομάδων (που η μία είναι χειρότερη από την άλλη) και που αναζητούν κομματική βάση για την καριέρα τους. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αναπτύξουν ενιαία επαναστατική προπαγάνδα και ζύμωση, αφού προς τα έξω, προς την εργατική τάξη και προς το λαό είναι αναγκασμένα να προπαγανδίζουν την επίσημη οπορτουνιστική γραμμή, που γίνεται ολοένα και πιο απροκάλυπτα αντεπαναστατική. Δοκιμάστε να βγείτε ακόμα και εσωκομματικά, με ολοκληρωμένη πλατφόρμα ενάντια στο ρεφορμισμό και στον οπορτουνισμό της ηγεσίας, και τότε θα διαπιστώσετε και θα υποστείτε τέτοιες συνέπειες από την ηγετική αντίδραση που ούτε να τις διανοηθείτε μπορείτε σήμερα.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η πάλη «από μέσα» είναι ιδεολογικά λαθεμένη και πραχτικά αδύνατη. Το μόνο που καταφέρνει είναι να βάζει εμπόδια και να καθυστερεί την υπόθεση της πολιτικής ανασυγκρότησης της εργατικής κομμουνιστικής πρωτοπορίας. Να βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη του πολιτιστικού και ιδεολογικού αγώνα ανάμεσα στην επαναστατική κατεύθυνση και στο ρεφορμισμό μπροστά στην εργατική τάξη και στο λαό.
Όχι σύντροφοι. Η ταχτική αυτή είναι αδιέξοδη. Χρέος σας είναι ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΤΕ το ρεφορμισμό και την αντικομμουνιστική ηγεσία που καπηλεύεται αγώνες και θυσίες και είναι η ΕΦΕΔΡΕΙΑ της αστικής τάξης.
Προχωρήστε σε ΡΗΞΗ οργανωτική και στρατευτείτε στην υπόθεση της δημιουργίας όχι μόνο φορέα, αλλά επαναστατικού κόμματος. ΤΩΡΑ».





«Η Φωνή της Δευτέρας» Πανελλαδική Ένωση Κομμουνιστών Π.Ε.Κ.