Γιώργος Κρητικόπουλος

Αειργμών ο ωριγίτης

Αειργμών ειμί ο ωριγίτης.
Ζέφερω έχω στα πανιά για να φυσά,
για να ανταμώνω με το βλέμμα μου τον ήλιο,
που με το φώς του στεφανώνει τα βουνά.

Πατρίς μου μον είν μια ελπίδα
και το όνειρο μου μια φωνή που ξενυχτά,
τι κι άν με χίλια μάτια σ’ είδα,
πελεκημένη είσαι από αλλότρια σπαθιά.

Γονατισμένη μπρος του βίου το μαχαίρι,
πέλεκυς γύρω τα σίδερα σου ακουμπούν,
μα το όνειρό μου μια φωνή που θάνατο δεν ξέρει,
θα αντιστέκεται σ’ αυτούς που τον ειργμό σου εξυμνούν.

Αειργμών ειμί ο Ωριγίτης,
αετός με βρόχινα φτερά,
ψάχνω τον πανσπερμοδεσμώτη,
που ‘χει πετρώσει την λαλιά απ’ τα πουλιά.

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

Πόσο μοιάζει!

Πόσο μοιάζει η ζωή μας με μια τρύπα στο κενό
κι οι σταγόνες που πηδάνε, μοιάζουν με τοκετό,
να θες ν’ αναγεννηθείς μα δεν ποθείς και δεν ποθώ.

Και η Επανάσταση στο αίμα συνεχίζει να φουντώνει,
είναι το κάτι που μες την άβυσσο στο τέλος μας ενώνει,
σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς που η εξουσία όλους πνίγει,
τις τύψεις να αντέξουμε δεν μπορείς και δεν μπορώ.

Μου ζητάς να παραβγούμε μ’ ένα δύσκολο σκοπό,
το ξέρω έχεις δίκιο και για αυτό το προσπαθώ,
σ’ ένα δρόμο που πασχίζεις να τον βγάλεις ώς το τέλος,
δίχως χέρια,δίχως πόδια, δίχως αναπνοή.

Την λύση την ξέρεις, απλώς δεν την θυμάσαι,
για να την θυμηθείς δεν πρέπει να λυπάσαι,
στον κόσμο αυτόν υπάρχουν πολλών λογιών δειλοί,
υπάρχουν κι οί σφετεριστές που το παίζουνε θεοί,

που για να τους παλέψεις πρέπει ν’ αναγεννηθεις.

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

Αλληλεγγύη, ναί.

Αλληλεγγύη, ναί. 
Βλέπω το σώμα σου να φθείρετε να βαραίνει,
αρχίζεις να ανακαλύπτεις,
το υπέρμετρο βάρος του σήμερα πάνω σου,
 και το ξεφορτώνεις στο χθές και στο αύριο,
 θεωρόντας το, ώς τον ιδανικότερο τρόπο,
να επιβιώσεις στην πραγματικότητα που σου σερβιρούν.
Εσύ, το ιδανικότερο κατά τα άλλα μέλος,
ανακαλύπτεις ότι δεν είσαι το κεφάλαιο της ζωής σου,
αλλά απλώς ένα εισόδημα προς χρήση
της καταναλωτικής κοινωνίας.
Ποιά είναι τελικά η αξία;

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

Τ’ όνομά σας κύριε.

Απ’ του γερασμένου κόσμου σας τα παράθυρα αγναντεύω,
όλα τα τριαντάφυλλα πριν απ’ την κοπή 
και  ψάχνω στον ουρανό, μια τρυπα να ξεφύγω,
μα οι έγνοιες χτίζουν τοίχο και παραμένω στο οχυρό.

Τ’ όνομά σας κύριε, παρακαλώ περάστε,
στου 21ου αιώνα το κελί,
για τα πτώματα που βλέπετε, μην ανησυχείτε,
θα τα ‘χουνε μαζέψει ώς το πρωϊ.

Θα τα έχουνε πετάξει ως το πρωϊ.

Ανώνυμα πρόσωπα απ’ την απόγνωση βγαλμένα,
τρέχουν να κρυφτούν στην κάθε μας στροφή
κι όλα στέκονται μα κι όλα είναι ένα ψέμα,
που εξαρτάται απ’ το κέρδος κι απ’ το ποιά είν’ ή τιμή.

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

Οδύσσεια.

Με μια σάπια σχεδία και τη νοσταλγία για πανιά,
απ’ την πυρά μιας τροίας για άλλα λιμάνια ταξιδεύεις.
Της Σκύλλας και της Χάρυβδης όμως ξέχασες τα στενά,
αφού μια μάγισσα Κίρκη το μυαλό σου αναμοχλεύει.

Απ’ της Σειρήνες το τραγούδι όμως κάποιες λέξεις τις κρατάς,
στέκεσαι στη γωνιά μονάχος και σιγοτραγουδάς.

Κόρη Περσεφόνη με το φεγγάρι στα μαλλιά σου,
έγινες ανθόσπαρτη άνοιξη, μα εγώ φθινόπωρο χλώμο
κι έχασα τους συντρόφους μου, στην πορεία της ζωής μου,
αφού η τύχη μου έχει πλέξει πολύ παράξενο ιστό.

Απ’ της Σειρήνες το τραγούδι όμως κάποιες λέξεις τις κρατώ,
στέκομαι στη γωνιά μονάχος και σιγοτραγουδώ.

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

Όπου με πας σε πάω.

Όπου με πας σε πάω,
και κρατάει ο άνεμος την κόντρα του,
όπου με κοιτάς σε κοιτάω
κι ας φεύγουν τα φύλλα των δέντρων μακριά,
γιατί όπου κρατάς κρατάω
κι αν η αυγή γεννάει το μεγάλο της φως,
η νύχτα σκεπάζει για να φανούν και τα μικρότερα.
Αν όπου πατάς πατάω,
ίσως το σύννεφο από το βάρος γίνει βροχή
και τρέξει βιαστικά στις ρίζες των δέντρων να κρυφτεί,
αν δεις περισσότερα φύλλα να φεύγουν,
είναι επειδή φυσάω,
κρατάω κόντρα το κορμί μου στη βροχή να μην βραχείς,
γιατί είμαι ο άνεμος και σ’ αγαπάω...

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.


Μέσα στα κάτεργα των άνεργων θεών,
βρίσκεις τα όνειρα νεκρά και προδωμένα

κι ο τοίχος απέναντι, καθρέφτης του μυαλού μου,
ν’ αντικατοπτρίζει τις σκιές του κόσμου αυτού,

ένα παράξενο τραγούδι που ακόμη τραγουδάμε,
κληρονομιά από λιμάνια ξένα.

Ότι πιό ευχάριστο έχω το σκοτώνουν,
με αιτιολογία τις ανάγκες του καιρού,

και γίνομαι δραπέτης στη βαβούρα της στιγμής,
γιατί η ζωή θέλει διαπραγμάτευση σκληρή
κι εξ’ ορισμού εμείς τους όρους οι φτωχοί δεν τους πληρούμε.

Κι ένα θλιμένο πρόσωπο με κοιτάζει,
ένα άλλο πρόσωπο από πίσω διατάζει,
κλείνω τα μάτια μου, τη θέα δεν αντέχω,
το όπλο σηκώνετε...

Κι όλα αυτά ένα μίγμα από μπετόν,
το πιό σκοτωμένο αίμα της γής,
πηγμένο απ’ την αδράνεια της σκέψης

κι έτσι συνεχίζετε η αναζήτηση,
ένας αγώνας για τον προσωπικό μας ορίζοντα,
καταργώντας τις σημαίες. 

Εσύ, ο παρών του υπό, η παρακαταθήκη του από,
όσο υπάρχεις, υποσχέσεις,

κι ύστερα; τί;....

τίποτα!

κι όμως τώρα.

Μία σελίδα,
(είναι ο τίτλος.)

Εισαγωγή στη φιλοσοφία του δρόμου.

Κρητικόπουλος Γιώργος Θεσσαλονίκη Πέμπτη, 7 Μαρτίου 1996

Copyright ©George Kritikopoulos 1996. All rights reserved.

 
Last Updated 20 June 1999 bbird@otenet.gr
Maintained by Nikos Tsaousis.

dawn news katerina vaia greek poets nikos korg cakewalk